Τι σημαίνει το les deux στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης les deux στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του les deux στο Γαλλικά.

Η λέξη les deux στο Γαλλικά σημαίνει και οι δύο, και οι δυο, και οι δύο, και οι δυο, ανά δεκαπενθήμερο, δεκαπενθήμερος, που γίνεται κάθε δυο χρόνια, που γίνεται κάθε δύο χρόνια, εναλλασσόμενος, αχώριστοι, κολλητοί, διμηνιαίος, δίμηνος, σε δυο ακτές, κάθε λίγους, κάθε μερικούς, σε κάθε περίπτωση, είτε έτσι, είτε αλλιώς, μέρα παρά μέρα, Σας ευχαριστώ και τους δύο, πλούσιος παντρεμένος χωρίς παιδιά, ίσα που τα φέρνω βόλτα, μόλις που τα φέρνω βόλτα, τα βγάζω πέρα, κατανοώ και τις δύο πλευρές, τα βγάζω πέρα ίσα-ίσα, ζω επικίνδυνα και παρακμιακά, ξεπέφτω, τα φέρνω βόλτα, τα βγάζω πέρα, τα βγάζω πέρα, τα κουτσοπερνάω, την παλεύω, τα βγάζω πέρα, γίνομαι κομμάτια, κάθε δύο εβδομάδες, ανά δίμηνο, κάθε δυο χρόνια, κάθε δύο χρόνια, ανά διετία, ανά δεκαπενθήμερο, κάθε δεύτερο, ενδιάμεσα, . Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης les deux

και οι δύο, και οι δυο

locution adjectivale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Les deux théories sont assez convaincantes.
Αμφότερες οι θεωρίες είναι αρκετά πειστικές.

και οι δύο, και οι δυο

locution adjectivale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Les deux sœurs vécurent au-delà de cent ans.
Αμφότερες οι αδερφές έζησαν πάνω από τα εκατό.

ανά δεκαπενθήμερο

(κάθε δύο εβδομάδες)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

δεκαπενθήμερος

(κάθε δύο εβδομάδες)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Elle n'est jamais en retard pour son chèque de loyer bimensuel.

που γίνεται κάθε δυο χρόνια, που γίνεται κάθε δύο χρόνια

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

εναλλασσόμενος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Les parents se partagent la garde ; le père voit sa fille une semaine sur deux.

αχώριστοι, κολλητοί

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

διμηνιαίος, δίμηνος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Ces réunions bimestrielles sont trop espacées, nous devrions nous rencontrer chaque mois.

σε δυο ακτές

locution adverbiale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κάθε λίγους, κάθε μερικούς

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Mon frère, qui vit à 320 km, nous rend visite toutes les deux ou trois semaines.

σε κάθε περίπτωση

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Jones peut jouer en défense et en milieu de terrain et il fait du bon boulot dans les deux cas.

είτε έτσι, είτε αλλιώς

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Qu'il ait une assurance ou non, dans tous les cas, tu peux toujours prétendre à des indemnités.
Μπορεί να είναι ασφαλισμένος ή και όχι. Είτε έτσι, είτε αλλιώς μπορείς να εγείρεις απαιτήσεις.

μέρα παρά μέρα

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Ce médicament doit être pris un jour sur deux (or: tous les deux jours).
Το φάρμακο πρέπει να λαμβάνεται μέρα παρά μέρα.

Σας ευχαριστώ και τους δύο

interjection

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

πλούσιος παντρεμένος χωρίς παιδιά

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ίσα που τα φέρνω βόλτα, μόλις που τα φέρνω βόλτα

(καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Elle gagne à peine de quoi vivre avec ses deux emplois à temps partiel.

τα βγάζω πέρα

(καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Même avec deux boulots, il est dur de s'en sortir (or: de joindre les deux bouts) dans cette ville.

κατανοώ και τις δύο πλευρές

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

τα βγάζω πέρα ίσα-ίσα

(figuré) (καθομιλουμένη)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Ils avaient l'air riches, mais en fait, il avait du mal à joindre les deux bouts.

ζω επικίνδυνα και παρακμιακά, ξεπέφτω

locution verbale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Les vedettes du rock sont connues pour brûler la chandelle par les deux bouts et mourir jeunes.

τα φέρνω βόλτα, τα βγάζω πέρα

locution verbale (figuré) (μεταφορικά, καθομ)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Avec la crise actuelle, les familles ont du mal à joindre les deux bouts. // Je ne peux pas joindre les deux bouts avec ce que vous me payez.
Στην παρούσα οικονομική κρίση για πολλές οικογένειες δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Δεν μπορώ να τα φέρω βόλτα με τα χρήματα που μου δίνεις.

τα βγάζω πέρα, τα κουτσοπερνάω, την παλεύω

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Même avec deux emplois, elle gagnait juste assez pour joindre les deux bouts.

τα βγάζω πέρα

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Elle arrivait à joindre les deux bouts en cumulant trois boulots mal payés.

γίνομαι κομμάτια

locution verbale (figuré : faire en excès)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

κάθε δύο εβδομάδες

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

ανά δίμηνο

locution adverbiale

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Christopher a un contrôle pour son diabète tous les deux mois : il y est allé en janvier et en mars et son prochain rendez-vous est en mai.
Ο Κρίστοφερ κάνει τσεκάπ για τον διαβήτη του κάθε δύο μήνες. Έκανε τις σχετικές ιατρικές εξετάσεις τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο, και το επόμενο ραντεβού του είναι τον Μάιο.

κάθε δυο χρόνια, κάθε δύο χρόνια, ανά διετία

locution adverbiale

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

ανά δεκαπενθήμερο

Il n'y a rien qu'il soit nécessaire de discuter toutes les deux semaines : se réunir deux fois par mois est une perte de temps.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Στη δουλειά, πληρωνόμαστε ανά δεκαπενθήμερο.

κάθε δεύτερο

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Je rends visite à ma mère un mercredi sur deux.
Επισκέπτομαι τη μητέρα Τετάρτη παρά Τετάρτη.

ενδιάμεσα

locution adverbiale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Pour lui, tout était noir ou blanc. Il n'y avait rien entre les deux.

locution adverbiale (tous les deux)

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του les deux στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.