Τι σημαίνει το rappelons στο Γαλλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης rappelons στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του rappelons στο Γαλλικά.
Η λέξη rappelons στο Γαλλικά σημαίνει ανακαλώ, αποσύρω, ξανακαλώ, παίρνω τηλέφωνο, παίρνω πίσω, θυμάμαι, επικοινωνώ με κπ, θυμίζω, παίρνω τηλέφωνο, φέρνω στο νου, υπονοώ, ζητώ κι άλλο, παίρνω κπ πίσω, κλήση, καλώ, επικαλούμαι, μεταφέρω, αναμεταδίδω, θυμίζω, υποδηλώνω, ανάβω, ερεθίζω, αίσθηση, θυμίζω, θυμάμαι, θυμάμαι, θυμάμαι, επιστροφή, που θυμίζει κτ, φέρνω κπ/κτ στο μυαλό μου, κάτι μου θυμίζει, καλώ κπ που με πήρε, τηλεφωνώ σε κπ που με πήρε, επικοινωνώ, θυμάμαι, ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ, καλώ κπ/κτ να κάνει ησυχία, ξανά-σκέφτομαι, θυμάμαι, αναπολώ, θυμάμαι, υπενθυμίζω, θυμίζω, υπενθύμιση, ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ από κτ, αναπολώ, υπενθυμίζω, θυμίζω, θυμάμαι, υπενθυμίζω, θυμίζω, θυμίζω, πρήζω κπ για κτ, θυμίζω, πρήζω κπ να κάνει κτ, αναμνήσεις, τηλεφωνώ σε κπ, σκέφτομαι, θυμάμαι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης rappelons
ανακαλώ, αποσύρωverbe transitif (un produit défectueux) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Les bouilloires défectueuses ont été rappelées par l'entreprise. Η εταιρεία απέσυρε τους ελαττωματικούς βραστήρες. |
ξανακαλώverbe transitif (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Le jury a rappelé les candidats sélectionnés. |
παίρνω τηλέφωνοverbe transitif (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Je te rappelle dès que je peux. Θα σε πάρω τηλέφωνο όταν μπορέσω. |
παίρνω πίσωverbe intransitif (Téléphone) (καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
θυμάμαιverbe transitif (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Cette tradition rappelle les tout débuts de la colonisation. |
επικοινωνώ με κπ
Επικοινώνησε μαζί μου σε μερικές εβδομάδες για να δω πως προχωράει το πρότζεκτ. |
θυμίζωverbe transitif (μοιάζω με κτ παλιό) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Le dernier album du groupe rappelle la musique entraînante et joyeuse de leur premier album, il y vingt ans de cela. |
παίρνω τηλέφωνοverbe transitif (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Je la rappellerai plus tard. Θα την πάρω τηλέφωνο αργότερα. |
φέρνω στο νουverbe transitif (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
υπονοώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ζητώ κι άλλο(Théâtre, Musique) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Le public a rappelé l'artiste. |
παίρνω κπ πίσωverbe transitif (Téléphone) (καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
κλήση(ως απάντηση, ανταπόδοση) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Si nous ne pouvons pas parler aujourd'hui, demain après-midi sera un bon moment pour se rappeler. |
καλώ, επικαλούμαιverbe transitif (des souvenirs) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
μεταφέρω, αναμεταδίδω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Si tu veux avoir une bonne note, il ne suffit pas de reprendre les mots de l'auteur. |
θυμίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Το τραγούδι σου μου έφερε στο νου μια ανάμνηση απ' τον καιρό που επισκέφτηκα την Ιρλανδία. |
υποδηλώνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ανάβω, ερεθίζω(un sentiment) (μεταφορικά) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Η μυρωδιά από το άρωμα της γιαγιάς της ξύπνησε παλιές αναμνήσεις. |
αίσθηση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) C'est un café, mais avec la touche (or: l'atmosphère) d'un pub. Καφετέρια είναι, αλλά δίνει την αίσθηση μιας παμπ. |
θυμίζωverbe transitif (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ces nouvelles voitures de sport rappellent le design des années 60. |
θυμάμαι
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Je me souviens du jour de ta naissance. Θυμάμαι τη μέρα που γεννήθηκες. |
θυμάμαι
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Essaie de te souvenir de ce qui s'est passé. Προσπάθησε να θυμηθείς ακριβώς τι έγινε. |
θυμάμαι(ότι/πως) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Petra s'est soudain souvenue (or: s'est soudain rappelé) que sa mère prévoyait de venir. Η Πέτρα θυμήθηκε ξαφνικά ότι η μητέρα της σχεδίαζε να την επισκεφτεί. |
επιστροφή
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Ce film rappelle les westerns des années 50. |
που θυμίζει κτ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
φέρνω κπ/κτ στο μυαλό μουverbe transitif (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) L'odeur du pain frais me rappelle à mes années passées au pensionnat. |
κάτι μου θυμίζειlocution verbale (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Je ne sais pas si je le connais, mais son nom me rappelle quelque chose. |
καλώ κπ που με πήρε, τηλεφωνώ σε κπ που με πήρεverbe transitif (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Je te retrouve plus tard, je dois rappeler quelqu'un avant de partir. |
επικοινωνώ
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) À plus ! Et on reste en contact (or: On s'appelle), hein ! Bien qu'ils ne travaillent plus ensemble depuis dix ans, les deux collègues sont restés en contact (or: ont gardé le contact). Αντίο! Να τα λέμε! |
θυμάμαιverbe pronominal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ξυπνάω αναμνήσεις σε κπlocution verbale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ah, cette chanson me rappelle des souvenirs ! |
καλώ κπ/κτ να κάνει ησυχίαlocution verbale (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ξανά-σκέφτομαιverbe pronominal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Essaie de te souvenir : est-ce que tu sais si tu as rangé tes lunettes dans leur étui ? |
θυμάμαι, αναπολώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Je repense à mes années à l'école et je souris. |
θυμάμαι
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
υπενθυμίζω, θυμίζω(avertir) (κάτι σε κάποιον) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Je dois partir à 17 h. N'oublie pas de me le rappeler. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Πρέπει να φύγω στις 5 μ.μ. Μην ξεχάσεις να μου το θυμίσεις. Θύμισα στον γιο μου τα γενέθλια της μητέρας του. |
υπενθύμιση(με γενική) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Τα αποκόμματα των κινηματογραφικών εισιτηρίων από το πρώτο τους ραντεβού, τα οποία βρήκε στο πίσω μέρος ενός συρταριού, ήταν μια υπενθύμιση των καλών εποχών της σχέσης τους. |
ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ από κτlocution verbale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
αναπολώverbe pronominal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) C'est sympa d'écouter ma tante raconter se rappeler son service militaire. Είναι διασκεδαστικό να ακούω τη θεία μου να αναπολεί τη στρατιωτική της θητεία. |
υπενθυμίζω, θυμίζω(σε κάποιον ότι/πως) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Rappelle-moi que j'ai un rendez-vous chez le médecin demain ! Θύμισέ μου ότι έχω ραντεβού με τον γιατρό αύριο! |
θυμάμαι(ότι/πως) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Je me rappelle que Mary a un fils, non ? |
υπενθυμίζω, θυμίζω(faire penser) (κάτι σε κπ, σε κπ κάτι) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) L'alarme rappela à Tim son rendez-vous. // J'ai rappelé à mon fils l'anniversaire de sa mère. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Το ξυπνητήρι υπενθύμισε (or: θύμισε) στον Τιμ το ραντεβού του. |
θυμίζω(ressembler) (κάποιον σε κάποιον) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Tu me rappelles tellement mon plus jeune fils. // Ce paysage me rappelle les Alpes suisses. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Μου θυμίζεις πολύ το μικρότερο γιο μου. |
πρήζω κπ για κτlocution verbale (καθομιλουμένη, μεταφορικά) J'aimerais que mes parents arrêtent de me rappeler constamment les dangers du tabac. Μακάρι οι γονείς μου να σταματούσαν να με πρήζουν για τους κινδύνους του καπνίσματος. |
θυμίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Écouter cette chanson me rappelle des jours meilleurs. Το άκουσμα αυτού του τραγουδιού μου φέρνει στο νου πιο ευτυχισμένες μέρες. |
πρήζω κπ να κάνει κτ(καθομιλουμένη, μεταφορικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Elle doit rappeler constamment à son fils de faire son lit. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Ο Πωλ έπρηζε τη σύζυγό του να πάει στο γιατρό. |
αναμνήσεις
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
τηλεφωνώ σε κπverbe transitif (téléphone) Je peux vous rappeler quand je serai moins occupée ? Μπορώ να σε πάρω πίσω όταν θα έχω λιγότερη δουλειά; |
σκέφτομαι, θυμάμαιverbe pronominal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Tu te rappelles ce qu'on a fait le week-end dernier ? Μπορείς να σκεφτείς (or: θυμηθείς) τι κάναμε το προηγούμενο σαββατοκύριακο; |
Ας μάθουμε Γαλλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του rappelons στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.
Σχετικές λέξεις του rappelons
Ενημερωμένες λέξεις του Γαλλικά
Γνωρίζετε για το Γαλλικά
Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.