Τι σημαίνει το delight in στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης delight in στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του delight in στο Αγγλικά.

Η λέξη delight in στο Αγγλικά σημαίνει χαρά, απόλαυση, χαροποιώ, ευχαριστώ, ικανοποιώ, απολαμβάνω, ευχαριστιέμαι, χαίρομαι να κάνω κτ, απολαμβάνω, χαίρομαι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης delight in

χαρά

noun (pleasure, joy)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Sarah's delight at seeing her old friend was obvious from the big smile on her face.
Η χαρά της Σάρα βλέποντας τον παλιό της φίλο φαινόταν από το πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπό της.

απόλαυση

noun (cause of pleasure, joy)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Your children are so well behaved; they're a delight!
Τα παιδιά σου έχουν τόσο καλή συμπεριφορά, είναι σκέτη απόλαυση.

χαροποιώ, ευχαριστώ, ικανοποιώ

transitive verb (make happy)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The birthday presents Mary received certainly appeared to delight her.
Τα δώρα γενεθλίων που πήρε η Μαίρη, σίγουρα φάνηκε να την ευχαριστούν.

απολαμβάνω, ευχαριστιέμαι

(enjoy)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Stefan delights in simple pleasures since his heart attack.
Ο Στέφαν απολαμβάνει τις απλές χαρές από τότε που έπαθε καρδιακή προσβολή.

χαίρομαι να κάνω κτ

verbal expression (enjoy doing)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The children delight in tormenting their babysitter.
Τα παιδιά χαίρονται να βασανίζουν την μπέιμπι-σίτερ τους.

απολαμβάνω, χαίρομαι

verbal expression (enjoy)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
They took great delight in the beautiful sunset.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του delight in στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.