Τι σημαίνει το hospedar στο πορτογαλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης hospedar στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του hospedar στο πορτογαλικά.
Η λέξη hospedar στο πορτογαλικά σημαίνει παρέχω εξυπηρετητή, έχω κπ στο σπίτι, φιλοξενώ, φιλοξενώ, στεγάζω, φιλοξενώ, φιλοξενώ, στεγάζω κπ/κτ σε κτ, μένω, μένω σε, μένω, μένω, ζω, επισκέπτομαι, κοιμάμαι στο σπίτι κάποιου άλλου, έχω καλέσει, μένω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης hospedar
παρέχω εξυπηρετητή
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Que computador está hospedando a conexão? Ποιος υπολογιστής παρέχει τον εξυπηρετητή; |
έχω κπ στο σπίτιverbo transitivo (ter como hóspede) (καθομιλουμένη) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Estamos hospedando meu chefe e sua esposa durante o fim de semana. Φιλοξενούμε το αφεντικό μου και τη γυναίκα του το Σαββατοκύριακο. |
φιλοξενώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Teremos prazer em acomodar vocês na sua próxima vinda a Londres. Με χαρά να σε φιλοξενήσουμε όταν ξαναέρθεις στο Λονδίνο. |
φιλοξενώ, στεγάζωverbo transitivo (παρέχω στέγη) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ela hospeda cinco viajantes em sua pequena casa. Φιλοξενεί πέντε ενοίκους στο σπιτάκι της. |
φιλοξενώverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ficaríamos felizes em receber você na nossa casa durante sua visita à cidade. |
φιλοξενώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O hotel não pode nos acomodar esta noite. Το ξενοδοχείο δεν μπορεί να μας φιλοξενήσει σήμερα το βράδυ. |
στεγάζω κπ/κτ σε κτ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A universidade aloja os seus estudantes em prédios muito antigos. Το πανεπιστήμιο φιλοξενεί τους φοιτητές του σε πολύ παλιά κτίρια. |
μένω
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Os mochileiros hospedaram-se no albergue por uma noite. ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Οι εξαντλημένοι ταξιδιώτες κατέλυσαν σε έναν ξενώνα στην άκρη της πόλης. |
μένω σεverbo pronominal/reflexivo |
μένωverbo pronominal/reflexivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Vamos nos hospedar em um hotel. Vamos nos hospedar com uns amigos no fim de semana. |
μένω, ζω(με κάποιον) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Jason hospedou-se na casa de uma família enquanto estava na faculdade. Ο Τζέισον έμενε (or: ζούσε) με μια οικογένεια όσο σπούδαζε στο πανεπιστήμιο. |
επισκέπτομαιverbo pronominal/reflexivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Muitas celebridades hospedam-se neste hotel. |
κοιμάμαι στο σπίτι κάποιου άλλου(passar a noite/dormir na casa de alguém) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
έχω καλέσει(receber como hóspede) (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) |
μένω
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Ficamos em um hotel simpático nas cercanias da cidade. |
Ας μάθουμε πορτογαλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του hospedar στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.
Σχετικές λέξεις του hospedar
Ενημερωμένες λέξεις του πορτογαλικά
Γνωρίζετε για το πορτογαλικά
πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.