Τι σημαίνει το redor στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης redor στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του redor στο πορτογαλικά.

Η λέξη redor στο πορτογαλικά σημαίνει ανά τον κόσμο, σε όλο τον κόσμο, σε μικρή εμβέλεια, σε όλο τον κόσμο, σε όλη την γη, γύρω από, τριγύρω από, τριγυρίζω, περιφέρομαι, γύρω, τριγύρω, τον γύρο του κόσμου, γύρω από, τριγύρω από, γύρω από, περιστρέφομαι γύρω από κτ, σε όλο, γύρω από, τριγύρω από, γύρω, τριγύρω, γύρω σε, γύρω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης redor

ανά τον κόσμο, σε όλο τον κόσμο

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
A internet permite que as pessoas ao redor do mundo compartilhem informações.
Το διαδίκτυο επιτρέπει στους ανθρώπους ανά τον κόσμο να μοιραστούν πληροφορίες.

σε μικρή εμβέλεια

locução adverbial

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

σε όλο τον κόσμο, σε όλη την γη

locução adverbial

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

γύρω από, τριγύρω από

Colocaram uma cerca em volta da piscina.
Έβαλαν φράχτη γύρω από την πισίνα.

τριγυρίζω, περιφέρομαι

locução verbal (κοντά σε κάτι)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

γύρω, τριγύρω

locução adverbial

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

τον γύρο του κόσμου

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Fernão de Magalhães navegou ao redor do mundo em 1500.
Το πλοίο του Φερδινάνδου Μαγγελάνου έκανε τον γύρο του κόσμου τη δεκαετία του 1500.

γύρω από, τριγύρω από

Eles sentaram em volta da mesa, pensando no que iam fazer em seguida.
Κάθισαν γύρω από το τραπέζι κι αναρωτιόνταν τι θα έκαναν στη συνέχεια.

γύρω από

locução prepositiva

Ponha o cinto em volta de sua cintura e depois o prenda.
Βάλε τη ζώνη στη μέση σου και κούμπωσέ την.

περιστρέφομαι γύρω από κτ

locução verbal

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
A Terra gira ao redor do seu eixo.
Η γη γυρίζει γύρω από τον άξονά της.

σε όλο

locução prepositiva (από μέρος σε μέρος)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Ela viaja ao redor do país a trabalho.
Ταξιδεύει παντού στη χώρα για τη δουλειά της.

γύρω από, τριγύρω από

Havia estradas em todas as direções ao redor da casa.

γύρω, τριγύρω

locução prepositiva (σκόρπια)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Livros estavam espalhados ao redor da sala.
Βιβλία ήταν απλωμένα παντού γύρω (or: τριγύρω) στο δωμάτιο.

γύρω σε

(περίπου: χρόνος)

Eu te vejo por volta das três horas.
Θα τα πούμε κατά τις τρεις.

γύρω

locução prepositiva

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
A Terra gira ao redor de seu eixo.
Η γη γυρίζει γύρω από τον άξονά της.

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του redor στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.