Τι σημαίνει το revisão στο πορτογαλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης revisão στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του revisão στο πορτογαλικά.
Η λέξη revisão στο πορτογαλικά σημαίνει διόρθωση κειμένου, διόρθωση, επανεκτίμηση, αναθεώρηση, επιμέλεια, αναθεώρηση, επιμέλεια, επανάληψη, αναθεώρηση, ανάλυση, αναθεώρηση, ενημέρωση, επανέλεγχος, αναθεωρημένο κείμενο, διορθωμένο κείμενο, επανάληψη, αναδιαμόρφωση, επιμέλεια έκδοσης, έλεγχος, εξέταση, διόρθωση, γρήγορος έλεγχος, αναθεωρήσιμος, ριζική αναμόρφωση, έλεγχος διοικητικών εγγράφων, συστηματική ανασκόπηση, συστηματική αναθεώρηση, τεχνικός έλεγχος οχημάτων, δελτίο τεχνικού ελέγχου. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης revisão
διόρθωση κειμένουsubstantivo feminino (correção de um texto) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Χρεώνετε τη διόρθωση κειμένου ανά σελίδα ή ανά λέξη; |
διόρθωση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) O autor não aprovou as edições no texto pelo revisor. Ο συγγραφέας δεν ενέκρινε τις διορθώσεις του επιμελητή. |
επανεκτίμηση(imposto) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
αναθεώρησηsubstantivo feminino (κειμένου) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
επιμέλειαsubstantivo feminino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
αναθεώρησηsubstantivo feminino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) A revisão do texto pelo revisor levou diversos dias. Η διόρθωση του κειμένου πήρε στον επιμελητή αρκετές μέρες. |
επιμέλειαsubstantivo feminino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
επανάληψηsubstantivo feminino (estudo) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Carol tem provas de diversas matérias e tem muita revisão para fazer. Η Κάρολ δίνει εξετάσεις σε αρκετά μαθήματα και έχει να κάνει πολλές επαναλήψεις. |
αναθεώρησηsubstantivo feminino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ανάλυσηsubstantivo feminino (análise) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Na revisão que ela fez sobre o estudo científico não encontrou problemas com o raciocínio ou os métodos usados. Από την ανάλυση της επιστημονικής μελέτης που έκανε δεν προέκυψαν προβλήματα ούτε στην επιχειρηματολογία ούτε στις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν. |
αναθεώρηση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ενημέρωσηsubstantivo feminino (informática) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
επανέλεγχοςsubstantivo feminino (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) A abordagem da escola quanto à disciplina precisa de uma revisão geral. |
αναθεωρημένο κείμενο, διορθωμένο κείμενοsubstantivo feminino |
επανάληψηsubstantivo feminino (estudo antes de prova) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
αναδιαμόρφωση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Os procedimentos deste negócio precisam de uma reformulação. Οι διαδικασίες αυτής της εταιρείας χρειάζονται αναβάθμιση. |
επιμέλεια έκδοσης
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
έλεγχος
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Ele fez um exame minucioso da segurança dos computadores da empresa. Ανέλαβε να κάνει διεξοδικό έλεγχο της ασφάλειας των υπολογιστών της εταιρείας. |
εξέταση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
διόρθωσηsubstantivo feminino (κειμένου) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Seu fichamento precisa de uma séria edição. |
γρήγορος έλεγχος(informal: rápida inspeção) |
αναθεωρήσιμοςlocução adjetiva (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
ριζική αναμόρφωση(mudança drástica ou fundamental) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
έλεγχος διοικητικών εγγράφωνsubstantivo feminino (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
συστηματική ανασκόπηση, συστηματική αναθεώρησηsubstantivo feminino (avaliação sistemática e detalhada) |
τεχνικός έλεγχος οχημάτωνsubstantivo feminino (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
δελτίο τεχνικού ελέγχουsubstantivo masculino (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Ας μάθουμε πορτογαλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του revisão στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.
Σχετικές λέξεις του revisão
Ενημερωμένες λέξεις του πορτογαλικά
Γνωρίζετε για το πορτογαλικά
πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.