Τι σημαίνει το savage στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης savage στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του savage στο Αγγλικά.

Η λέξη savage στο Αγγλικά σημαίνει άγριος, άγριος, βάναυσος, άγριος, άγριος, βάρβαρος, αγροίκος, κατασπαράζω, άξεστος, απολίτιστος, κατασπαράζω, ευγενής άγριος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης savage

άγριος

adjective (untamed)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The jungle was full of savage animals.
Η ζούγκλα ήταν γεμάτη άγρια ζώα.

άγριος, βάναυσος

adjective (extremely violent)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The police said it was a savage attack and are appealing for witnesses.
Η αστυνομία ανέφερε ότι ήταν μια βάρβαρη επίθεση και κάνει έκκληση για μάρτυρες.

άγριος

adjective (primitive)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The savage tribe had never come into contact with other humans.
Η άγρια φυλή δεν είχε έρθει ποτέ σε επαφή με άλλους ανθρώπους.

άγριος, βάρβαρος

noun (barbarian)

(ουσιαστικοποιημένο επίθετο: Επίθετο που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. κάνε το καλό και ρίξτο στον γυαλό, οι πλούσιοι, κλπ.)
The anthropologist spent three months living with a tribe of savages.
Ο ανθρωπολόγος έζησε για τρεις μήνες με μια φυλή βαρβάρων.

αγροίκος

noun (figurative (uncivilized person)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Have you seen the way Bill eats? He's a savage!
Έχεις δει πώς τρώει ο Μπιλ; Είναι άξεστος!

κατασπαράζω

transitive verb (attack brutally) (για ζώα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The lion savaged the wildebeest.
Το λιοντάρι κατασπάραξε το γκνου.

άξεστος, απολίτιστος

adjective (uncivilized)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The child's savage manners were a shock to his adoptive family.

κατασπαράζω

transitive verb (figurative (attack: with words) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ευγενής άγριος

noun (archaic (primitive indigenous person) (λογοτεχνία, πολιτισμικές σπουδές)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Many important political writers of the 18th century were influenced by the myth of the "noble savage.".
Ο μύθος του «ευγενούς άγριου» επηρέασε πολλούς σημαντικούς πολιτικούς συγγραφείς του 18ου αιώνα.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του savage στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.