Τι σημαίνει το vernichtend στο Γερμανικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης vernichtend στο Γερμανικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του vernichtend στο Γερμανικό.
Η λέξη vernichtend στο Γερμανικό σημαίνει συντριπτικός, εξοντωτικός, επιτιμητικός, κρίσιμος, ζωτικός, καίριος, καταστρεπτικός, καταστροφικός, καταστροφικός, καταστρεπτικός, συνταρακτικός, συγκλονιστικός, ενοχοποιητικός, επιβαρυντικός, αποφασιστικός, κρίσιμος, καταστροφικός, καυστικός, καταστροφικά, συντριπτικά, κατατροπώνω κπ σε κτ, κατατροπώνω, νικώ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης vernichtend
συντριπτικός, εξοντωτικός(χτύπημα) Ένα συντριπτικό χτύπημα τον έκανε να γυρνάει σβούρες στο δωμάτιο. |
επιτιμητικός(übertragen) |
κρίσιμος, ζωτικός, καίριος(übertragen) (μεταφορικά) |
καταστρεπτικός, καταστροφικός
|
καταστροφικός, καταστρεπτικός
|
συνταρακτικός, συγκλονιστικός(übertragen) (συναισθηματικά, μεταφορικά) |
ενοχοποιητικός, επιβαρυντικός
|
αποφασιστικός, κρίσιμος(ήττα) Η ήττα της τελευταίας στιγμής ήταν ένα κρίσιμο χτύπημα για την ομάδα. |
καταστροφικός
|
καυστικός(übertragen) (μεταφορικά) |
καταστροφικά
|
συντριπτικά(ugs) |
κατατροπώνω κπ σε κτ
|
κατατροπώνω
|
νικώ
|
Ας μάθουμε Γερμανικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του vernichtend στο Γερμανικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γερμανικό.
Ενημερωμένες λέξεις του Γερμανικό
Γνωρίζετε για το Γερμανικό
Τα Γερμανικά (Deutsch) είναι μια δυτικογερμανική γλώσσα που ομιλείται κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη. Είναι η επίσημη γλώσσα στη Γερμανία, την Αυστρία, την Ελβετία, το Νότιο Τιρόλο (Ιταλία), τη γερμανόφωνη κοινότητα στο Βέλγιο και το Λιχτενστάιν. Είναι επίσης μία από τις επίσημες γλώσσες στο Λουξεμβούργο και στην πολωνική επαρχία Opolskie. Ως μία από τις σημαντικότερες γλώσσες στον κόσμο, τα γερμανικά έχουν περίπου 95 εκατομμύρια μητρικούς ομιλητές παγκοσμίως και είναι η γλώσσα με τον μεγαλύτερο αριθμό φυσικών ομιλητών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γερμανικά είναι επίσης η τρίτη πιο συχνά διδασκόμενη ξένη γλώσσα στις Ηνωμένες Πολιτείες (μετά τα ισπανικά και τα γαλλικά) και την ΕΕ (μετά τα αγγλικά και τα γαλλικά), η δεύτερη πιο χρησιμοποιούμενη γλώσσα στην επιστήμη[12] και η τρίτη πιο χρησιμοποιούμενη γλώσσα στο Διαδίκτυο ( μετά τα αγγλικά και τα ρωσικά). Υπάρχουν περίπου 90–95 εκατομμύρια άνθρωποι που μιλούν γερμανικά ως πρώτη γλώσσα, 10–25 εκατομμύρια ως δεύτερη γλώσσα και 75–100 εκατομμύρια ως ξένη γλώσσα. Έτσι, συνολικά, υπάρχουν περίπου 175–220 εκατομμύρια Γερμανόφωνοι παγκοσμίως.