Τι σημαίνει το beacon στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης beacon στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του beacon στο Αγγλικά.

Η λέξη beacon στο Αγγλικά σημαίνει φως του φάρου, φάρος, πυρσός, ραδιοφάρος, είδος φαναριού που επισημαίνει τις διαβάσεις πεζών, φάρος, φωτιά, οδηγός, ένδειξη ελπίδας, περιστρεφόμενος φάρος, περιστρεφόμενος φανός. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης beacon

φως του φάρου

noun (signal from lighthouse)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Despite the rain, the ship's crew could see the beacon from shore ahead.
Παρά τη βροχή, το πλήρωμα του πλοίου έβλεπε το φως του φάρου στην ακτή από μακριά.

φάρος, πυρσός

noun (figurative ([sth] inspiring) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The speaker's words were like a beacon of inspiration for the crowd.
Τα λόγια του ομιλητή ήταν μια πηγή έμπνευσης για το πλήθος.

ραδιοφάρος

noun (station transmitting radio signals)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The signal should be strong since there's a beacon nearby.
Το σήμα πρέπει να είναι δυνατό αφού υπάρχει ραδιοφάρος κοντά.

είδος φαναριού που επισημαίνει τις διαβάσεις πεζών

noun (UK (Belisha beacon: light at crossing)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
The addition of a beacon to the pedestrian crossing has reduced the number of accidents.

φάρος

noun (lighthouse, buoy, etc. to guide ships)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Due to the storm and rough waters, the crew couldn't see the beacon until they were very close to it.
Εξαιτίας της καταιγίδας και της άγριας θάλασσας, το πλήρωμα δεν μπορούσε να δει τον φάρο μέχρι που έφτασαν πολύ κοντά του.

φωτιά

noun (signal fire)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The news of invading troops was often communicated via beacons on hills in ancient times.
Τα νέα για εισβολές στρατευμάτων συχνά διαδίδονταν με φωτιές στους λόφους στην αρχαιότητα.

οδηγός

noun (figurative ([sth] or [sb] who acts as guide) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. ο/η μηχανικός, ο/η δικηγόρος κλπ.)
Mr. Jones has been our beacon through the long and confusing legal process.
Ο κ. Τζόουνς ήταν ο οδηγός μας κατά τη μακρά και πολύπλοκη νομική διαδικασία.

ένδειξη ελπίδας

noun (figurative ([sth] giving hope)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

περιστρεφόμενος φάρος, περιστρεφόμενος φανός

noun (warning light that flashes as it turns) (ασθενοφόρα κτλ)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Most emergency vehicles are equipped with rotating beacons.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του beacon στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.