Τι σημαίνει το derrière στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης derrière στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του derrière στο Γαλλικά.

Η λέξη derrière στο Γαλλικά σημαίνει πίσω από, πίσω από, πίσω από, πίσω από, πισινός, ποπός, μαζί, πίσω από, πισινός, πισινός, πισινός, πισινά, οπίσθια, στη θέση του συνεπιβάτη, οπίσθια, κώλος, κάτω από, πίσω από, πισινός, κώλος, καπούλια, πισινός, πίσω μέρος, πισινός, καπούλια, κώλος, πισινός, πισινός, στο πίσω μέρος, στα νώτα, στο πίσω μέρος, κώλος, πέρα από, πισινός, που βρίσκεται πίσω στο σκορ, που χάνει, πίσω, πίσω, ξεπερνώ, οπισθορρινικός, στην φυλακή, υπό κράτηση, στην φυλακή, -, ιγνυακός τένοντας, πίσω αυλή, πίσω όψη, κρυφός σκοπός, κρυφός στόχος, δεν κοιτάζω πίσω, βάζω στην φυλακή, φυλακίζω, στέκομαι πίσω από, είμαι με κάποιον, είμαι με το μέρος κάποιου, κρύβομαι, τρέχω πίσω από κπ, φυλακισμένος, κρατούμενος, πολύ πριν, κρυφή ατζέντα, περιβάλλομαι από κτ, μένω πίσω από κπ/κτ, μένω πίσω σε σχέση με κπ/κτ, κρύβομαι, αφήνω κπ/κτ πίσω μου, προς τα πίσω, πίσω, αδυνατώ να φτάσω στο επίπεδο, κοιτάζω πίσω, κοιτάω πίσω, χώνομαι, κρύβομαι, κρύβομαι πίσω από κπ/κτ, βάζω φυλακή. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης derrière

πίσω από

préposition

L'employé de banque se tient derrière le guichet.
Ο τραπεζικός υπάλληλος στέκεται πίσω από τον πάγκο.

πίσω από

préposition (après)

Peux-tu fermer la porte derrière toi, s'il-te-plaît ?

πίσω από

préposition (responsable)

Le gouvernement pense que les terroristes sont derrière les attentats.

πίσω από

préposition (du passé) (μεταφορικά)

Ces temps difficiles sont derrière nous aujourd'hui.

πισινός, ποπός

nom masculin

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Il donna à son fils désobéissant un coup de pied au derrière (or: au postérieur).
Ο πατέρας έριξε μια ξυλιά στα πισινά του ανυπάκουου γιου.

μαζί

(soutien)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Αν θες να κάνεις μια αλλαγή στην καριέρα σου είμαι μαζί σου 100%.

πίσω από

préposition

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Je suis sûr que nous avons du fromage dans le réfrigérateur. As-tu regardé derrière le lait ?
Είμαι σίγουρος ότι έχουμε τυρί στο ψυγείο - κοίταξες πίσω από το γάλα;

πισινός

(familier) (οπίσθια)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
On pouvait voir son derrière à travers le trou de son jean.
Μπορούσες να δεις τον ποπό του μέσα από την τρύπα στα τζιν του.

πισινός

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Bouge ton derrière du passage, je veux m'asseoir.

πισινός

nom masculin (καθομιλουμένη)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

πισινά, οπίσθια

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
La maman, fâchée, donna à son enfant une tape au derrière.
Θυμωμένη η μητέρα χτύπησε το παιδί στον πισινό (or: ποπό).

στη θέση του συνεπιβάτη

adverbe (en moto)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Βαρέθηκε να κάθεται στη θέση του συνεπιβάτη και έτσι αγόρασε δική της μηχανή.

οπίσθια

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Olivia déteste quand les hommes regardent son derrière.

κώλος

(familier) (προσβλ: οπίσθια, γλουτοί)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

κάτω από, πίσω από

préposition (figuré) (μεταφορικά)

Derrière son sourire forcé, elle était extrêmement en colère.

πισινός

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

κώλος

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Quand Billy a poussé Johnny, il est tombé pile sur ses fesses.

καπούλια

(cheval surtout)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

πισινός

(καθομιλουμένη)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

πίσω μέρος

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Il a cruellement comparé son apparence à l'arrière d'un bus.

πισινός

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Pose ton postérieur (or: ton derrière, tes fesses) sur cette chaise, s'il te plaît.

καπούλια

(animal) (ζώα)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Le chien, las, était assis sur son arrière-train (or: son derrière).

κώλος

(άκομψο, ανεπίσημο)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Un chien a mordu Drake aux fesses !
Ένα σκυλί δάγκωσε τον Ντρέικ στον πισινό!

πισινός

Le siège des toilettes est si froid que tu vas te geler les fesses en t'asseyant dessus.

πισινός

(γλουτοί)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Tout ce qu'il faudrait à ton fils, c'est un bon coup de pied aux fesses.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Με 2-3 ξυλιές στον πισινό, να δεις πώς θα κάτσει ήσυχα!

στο πίσω μέρος

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Ο φωτογράφος ζήτησε από τους ψηλούς να πάνε στο πίσω μέρος της ομάδας. Πάτε στο πίσω μέρος!

στα νώτα, στο πίσω μέρος

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

κώλος

(argot, vulgaire) (αργκό, χυδαίο)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Après sa chute, il avait de la boue au cul. Elle a un joli cul !
Έπεσε κάτω, και μετά είχε λάσπη στον κώλο του. Έχει ωραίο κώλο.

πέρα από

(espace) (απόσταση)

Des nuages apparaissaient au-delà des montagnes
Σύννεφα φαίνονταν πέρα από τα βουνά.

πισινός

(familier) (καθομιλουμένη)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

που βρίσκεται πίσω στο σκορ, που χάνει

(familier)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Il semble y avoir peu d'espoir que l'équipe locale à la traîne puisse remporter la victoire maintenant.

πίσω

(patte)

Ben a raté son tir et a touché le cerf dans la patte arrière.

πίσω

(patte, porte d'une voiture)

Peter a mis ses sacs de course sur le siège arrière de la voiture.
Ο Πίτερ έβαλε τις τσάντες με τα ψώνια στην πίσω θέση του αυτοκινήτου.

ξεπερνώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

οπισθορρινικός

locution adverbiale (ιατρική)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

στην φυλακή

locution adverbiale

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
J'espère qu'il passera le restant de ses jours derrière les barreaux !

υπό κράτηση, στην φυλακή

locution adverbiale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

-

(victoire, expérience...) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Avec vingt ans d'expérience en tant que pompier à son actif (or: derrière lui), Robert est un expert en matière de sécurité incendie.
Με είκοσι πέντε χρόνια εμπειρίας ως πυροσβέστης, ο Ρόμπερτ είναι ειδικός σε θέματα πυρασφάλειας.

ιγνυακός τένοντας

(Anatomie : tendon) (ανατομία)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

πίσω αυλή

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Ils s'installent dans le jardin et lisent tout l'été.
Όλο το καλοκαίρι κάθονται στην πίσω αυλή και διαβάζουν.

πίσω όψη

nom féminin

κρυφός σκοπός, κρυφός στόχος

δεν κοιτάζω πίσω

locution verbale (κυριολεκτικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Il n'a pas regardé derrière lui et a sursauté quand il s'est fait dépasser par une moto.

βάζω στην φυλακή, φυλακίζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
En attendant son procès, le présumé coupable a été placé derrière les barreaux.

στέκομαι πίσω από

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

είμαι με κάποιον, είμαι με το μέρος κάποιου

(figuré) (μεταφορικά, καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Tu peux gagner ! On est tous derrière toi.

κρύβομαι

(πίσω από κτ/κπ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ses amis, qui étaient tous cachés derrière la porte, ont crié "Surprise !"

τρέχω πίσω από κπ

(μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
J'en ai marre de toujours devoir nettoyer derrière mon frère !

φυλακισμένος, κρατούμενος

locution adverbiale

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

πολύ πριν

locution adverbiale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Comme il conduisait très vite, il a laissé ses parents loin derrière sur l'autoroute.

κρυφή ατζέντα

(μεταφορικά)

Au son de la voix de Martha, ses arrière-pensées étaient évidentes.
Από τον τόνο της φωνής της, ήταν προφανές ότι η Μάρθα έχει κρυφή ατζέντα.

περιβάλλομαι από κτ

μένω πίσω από κπ/κτ, μένω πίσω σε σχέση με κπ/κτ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Clarkson était derrière le peloton de tête.

κρύβομαι

(μτφ: πίσω από κτ/κπ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Elle se protège derrière son intelligence pour ne pas montrer sa vulnérabilité émotionnelle.

αφήνω κπ/κτ πίσω μου

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le coureur nigérien a laissé tous les autres concurrents loin derrière lui.
Ο σπρίντερ από τη Νιγηρία άφησε πίσω του όλους τους άλλους δρομείς.

προς τα πίσω

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Il a continué à courir sans même jeter un œil derrière lui.
Προχωρούσε μπροστά χωρίς να ρίξει ούτε μια ματιά προς τα πίσω.

πίσω

locution adjectivale

αδυνατώ να φτάσω στο επίπεδο

(με γενική)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Dans la reprise économique, l'industrie est à la traîne par rapport aux autres secteurs.
Κατά την οικονομική ανάκαμψη, η μεταποίηση δεν κατάφερε να φτάσει στο επίπεδο των υπόλοιπων τομέων.

κοιτάζω πίσω, κοιτάω πίσω

Elle s'éloignait, tout en jetant des coups d’œil en arrière (or: derrière elle) pour voir s'il était toujours là.
Καθώς έφευγε κοίταξε πίσω της να δει εάν αυτός ήταν ακόμα εκεί.

χώνομαι, κρύβομαι

(κάτω από κάτι, πίσω από κάτι)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Pour ne pas dire bonjour, il a plongé sous le bureau.
Για να αποφύγει να χαιρετήσει, χώθηκε (or: κρύφτηκε) κάτω από ένα γραφείο.

κρύβομαι πίσω από κπ/κτ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
À la vue de ceux qui le suivaient, le cambrioleur se cacha derrière un mur.

βάζω φυλακή

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Hank a été envoyé derrière les barreaux pour les quinze prochaines années.

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του derrière στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.