Τι σημαίνει το deteriorado στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης deteriorado στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του deteriorado στο ισπανικά.

Η λέξη deteriorado στο ισπανικά σημαίνει ρημαγμένος, ερειπωμένος, σαραβαλιασμένος, φθαρμένος, αδυνατισμένος, ελαττώνομαι, μειώνομαι, πολυφορεμένος, ταλαιπωρημένος, σάπιος, φθαρμένος, πολυκαιρισμένος, χαλασμένος, που χειροτερεύει, που επιδεινώνεται, εξασθενημένος, ξεχαρβαλωμένος, ξεχαρβάλωτος, σαραβαλιασμένος, ρημαγμένος, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένος, υποβαθμίζω, κάνω κτ να σαπίσει. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης deteriorado

ρημαγμένος, ερειπωμένος, σαραβαλιασμένος

(edificio)

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
El ruinoso edificio no es apto para vivir.

φθαρμένος

adjetivo (για προϊόντα)

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)

αδυνατισμένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
Becky se entristeció al ver a su padre, que solía ser un hombre robusto, deteriorado por los años.

ελαττώνομαι, μειώνομαι

adjetivo

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Me mintió tantas veces que mi confianza en él fue deteriorada, hasta el punto de no creer nada de lo que me dice.
Επειδή μου έχει πει ψέματα τόσες πολλές φορές, η εμπιστοσύνη μου σε αυτόν έχει καταστραφεί σε τέτοιο βαθμό που δεν πιστεύω τίποτα από όσα λέει.

πολυφορεμένος

(μεταφορικά)

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
La ropa de los niños estaba toda bien deteriorada: algunas prendas estaban incluso hechas harapos.

ταλαιπωρημένος

adjetivo

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)

σάπιος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Carol pudo atravesar fácilmente la puerta podrida del frente para entrar en la casa abandonada.
Η Κάρεν μπόρεσε εύκολα να σπάσει τη σαπισμένη εξώπορτα για να μπει στο εγκαταλελειμμένο σπίτι.

φθαρμένος, πολυκαιρισμένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)

χαλασμένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)

που χειροτερεύει, που επιδεινώνεται

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La debilitada vista de John le dificultaba leer el periódico.
Η όραση του Τζον που χειροτέρευε τον δυσκόλευε στο να διαβάσει την εφημερίδα.

εξασθενημένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
A medida que envejece, Lily a menudo se siente frustrada por su fuerza debilitada.

ξεχαρβαλωμένος, ξεχαρβάλωτος, σαραβαλιασμένος

(φθαρμένος, σαράβαλο)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

ρημαγμένος, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
La choza junto al río era vieja y estaba en ruinas.

υποβαθμίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El viento y el agua deteriorarán esta tierra a menos que plantemos árboles en ella.

κάνω κτ να σαπίσει

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Las comidas y bebidas azucaradas te pudrirán los dientes.

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του deteriorado στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.