Τι σημαίνει το devolver στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης devolver στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του devolver στο πορτογαλικά.

Η λέξη devolver στο πορτογαλικά σημαίνει επιστρέφω, δίνω πίσω, γυρίζω πίσω, επιστρέφω, επιστρέφω, επιστρέφω, επιστρέφω, δίνω πίσω, επιστρέφω κτ σε κπ/κτ, επιστρέφω, επιστρέφω, επιστρέφω, επιστρέφω, επιστρέφω, επιστρέφω κτ σε κπ, επιστρέφω, ανταποδίδω, ξεπληρώνω, εξοφλώ, ξεπληρώνω, Επιστροφή στον αποστολέα., επιστρέφω στις νίκες, παραπέμπω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης devolver

επιστρέφω, δίνω πίσω, γυρίζω πίσω

verbo transitivo (algo a alguém)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Você me devolveu a caneta que eu emprestei a você? Você pegou meu suéter? Devolva-o!
Μου επέστρεψες το στυλό που σου δάνεισα; Πήρες το πουλόβερ μου; Δώσε το μου πίσω!

επιστρέφω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Se você não devolver meu dinheiro, farei uma reclamação formal.
Εάν δεν μου επιστρέψετε τα χρήματα, θα κάνω επίσημη καταγγελία.

επιστρέφω

verbo transitivo (dar de volta)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Você pode devolver aquele DVD que eu lhe emprestei?
Μπορείς να μου επιστρέψεις το dvd που σου δάνεισα;

επιστρέφω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Se roupas encomendadas pelo correio não servem, você geralmente pode devolvê-las para o fornecedor.
Εάν τα ρούχα που έχεις παραγγείλει δεν σου κάνουν μπορείς συνήθως να τα επιστρέψεις στον προμηθευτή.

επιστρέφω, δίνω πίσω

(retornar, dar resultado)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ο υπάλληλος του τμήματος μετανάστευσης επέστρεψε το διαβατήριο χωρίς σχόλιο. Ο δάσκαλος επέστρεψε τα διορθωμένα διαγωνίσματα.

επιστρέφω κτ σε κπ/κτ

verbo transitivo

Por favor, certifique-se de devolver os livros à biblioteca em tempo.

επιστρέφω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

επιστρέφω

verbo transitivo (esporte: bola)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O campeão bateu forte na bola, mas o desafiante conseguiu devolvê-la.

επιστρέφω

verbo transitivo (ακάλυπτη επιταγή)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O banco devolveu meu cheque, porque não havia fundos na conta.

επιστρέφω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

επιστρέφω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ο μπαμπάς θέλει να έχω επιστρέψει το αυτοκίνητο μέχρι την ώρα του βραδινού.

επιστρέφω κτ σε κπ

verbo transitivo (objeto perdido)

Você deve devolver aquele dinheiro ao seu devido dono.

επιστρέφω

verbo transitivo (repor) (κάτι, κάτι σε κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Devolva todos os livros para o lugar adequado na prateleira.

ανταποδίδω

(afeto)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Nunca fui capaz de corresponder ao amor dele.

ξεπληρώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Não tenho dinheiro para pagar de volta as cinquenta libras que ele me emprestou.
Δεν έχω την οικονομική άνεση να του ξεπληρώσω τις πενήντα λίρες που μου δάνεισε.

εξοφλώ, ξεπληρώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Vou te pagar de volta as 5 libras amanhã.
Θα σου ξεπληρώσω τις 5 λίρες αύριο.

Επιστροφή στον αποστολέα.

(carta ou encomenda não entregue)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

επιστρέφω στις νίκες

expressão verbal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

παραπέμπω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του devolver στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.