Τι σημαίνει το graphics στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης graphics στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του graphics στο Αγγλικά.
Η λέξη graphics στο Αγγλικά σημαίνει γραφικός, γλαφυρός, γλαφυρός, των γραφικών, εικόνα, γραφικά, γραφιστική, γραφικά ηλεκτρονικού υπολογιστή, γραφικά υπολογιστή, γραφική τέχνη, γραφίστας, γραφίστρια, γραφικές τέχνες, γλαφυρή περιγραφή, γραφικό σχέδιο, γραφίστας, γραφίστρια, γλαφυρότητα, παραστατικότητα, άσεμνο λεξιλόγιο, τολμηρό λεξιλόγιο, μυθηστόρημα σε μορφή κόμικ, αφήγημα σε μορφή κόμικ, διάγραμμα, διάγραμμα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης graphics
γραφικόςadjective (pictorial) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The artist uses vibrant colors in her graphic work. |
γλαφυρόςadjective (figurative (sex, violence: explicit) (σκηνές, περιγραφές) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) This movie portrays graphic violence and is not recommended for young viewers. Η ταινία παρουσιάζει σκηνές ωμής βίας και δεν ενδείκνυται για κοινό μικρής ηλικίας. |
γλαφυρόςadjective (lifelike, detailed) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The teacher read a very graphic poem about life during the Industrial Age. |
των γραφικώνadjective (relating to graphics) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The message says that my graphics card is not compatible. |
εικόναnoun (image, picture) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The graphic in that slideshow was just a bit of clip art. |
γραφικάplural noun (computer-generated images) The graphics for the program were done by a firm in India. |
γραφιστικήplural noun (graphic arts) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) He got a degree in graphics from the college of art. |
γραφικά ηλεκτρονικού υπολογιστή, γραφικά υπολογιστήplural noun (digital images) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
γραφική τέχνηnoun (drawing, painting, print making) (συνήθως πληθυντικός) The graphic arts include painting, drawing, printmaking, and photography. |
γραφίστας, γραφίστριαnoun ([sb] who draws, paints, prints, etc.) (ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.) Gary is a graphic artist specializing in cartoon and TV animations. |
γραφικές τέχνεςplural noun (fine art: printing, making copies) |
γλαφυρή περιγραφήnoun (vividly detailed account) |
γραφικό σχέδιοnoun (visual presentation of information) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Good graphic design is essential to business. |
γραφίστας, γραφίστριαnoun (person: commercial artist) (ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.) What do graphic designers design? Graphics: icons, company logos, etc. |
γλαφυρότητα, παραστατικότηταnoun (imagery used to depict [sth]) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
άσεμνο λεξιλόγιο, τολμηρό λεξιλόγιοnoun (figurative (explicit or obscene words) |
μυθηστόρημα σε μορφή κόμικ, αφήγημα σε μορφή κόμικnoun (comic book) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
διάγραμμαnoun (UK (schematic, flow diagram) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
διάγραμμαnoun (schematic, flow diagram) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του graphics στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του graphics
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.