Τι σημαίνει το liberal στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης liberal στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του liberal στο Αγγλικά.
Η λέξη liberal στο Αγγλικά σημαίνει φιλελεύθερος, φιλελεύθερος, λιμπεραλιστικός, φιλελεύθερος, λιμπεραλιστικός, άφθονος, κάμποσος, φιλελεύθερος, αριστερός, ανοιχτόμυαλος, προοδευτικός, σχολή καλών τεχνών, ελευθέριες τέχνες, ελεύθερες σπουδές, ανοιχτόμυαλος, νεοφιλελεύθερος, νεοφιλελεύθερος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης liberal
φιλελεύθεροςadjective (UK (politics: progressive, moderate) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The partygoers complained about liberal ideas and the current political situation in the country. |
φιλελεύθερος, λιμπεραλιστικόςadjective (US (politics: left wing) (πολιτική: αριστερό κόμμα) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Liberal social programs are what created this debt. Τα κοινωνικά προγράμματα των φιλελευθέρων (or: των λιμπεραλιστών) δημιούργησαν αυτό το χρέος. |
φιλελεύθερος, λιμπεραλιστικόςadjective (person, attitude: broad-minded) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Take a liberal approach to the members' suggestions or there will be trouble. Ακολούθησε μια ανοιχτόμυαλη προσέγγιση στις προτάσεις των μελών, γιατί, αλλιώς, θα υπάρξει πρόβλημα. |
άφθονος, κάμποσοςadjective (quantity: abundant) (καθομιλουμένη) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Use a liberal amount of butter in the recipe. Χρησιμοποιήστε άφθονο βούτυρο σε αυτήν τη συνταγή. |
φιλελεύθεροςnoun (UK ([sb] with progressive political views) (ουσιαστικοποιημένο επίθετο: Επίθετο που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. κάνε το καλό και ρίξτο στον γυαλό, οι πλούσιοι, κλπ.) Liberals and conservatives often fight about politics. |
αριστερόςnoun (US ([sb] with left-wing political views) (ουσιαστικοποιημένο επίθετο: Επίθετο που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. κάνε το καλό και ρίξτο στον γυαλό, οι πλούσιοι, κλπ.) |
ανοιχτόμυαλος, προοδευτικόςnoun (broad-minded person) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
σχολή καλών τεχνώνnoun (school: general subjects) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Keith is a lecturer at the college of liberal arts. |
ελευθέριες τέχνεςplural noun (humanities and social sciences) Most of those working in the media have backgrounds in the liberal arts. I go to a liberal arts college. Οι περισσότεροι από όσους εργάζονται στον χώρο των μέσων ενημέρωσης έχουν κάνει σπουδές στις ελευθέριες τέχνες. |
ελεύθερες σπουδέςplural noun (US (humanities and sciences) (ανθρωπιστικές και θετικές επιστήμες) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
ανοιχτόμυαλοςadjective (having an open mind) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
νεοφιλελεύθεροςnoun (free-market capitalist) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Neoliberals oppose state intervention in the economy. |
νεοφιλελεύθεροςadjective (free-market capitalist) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) A global free market is a neoliberal idea. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του liberal στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του liberal
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.