Τι σημαίνει το quartier στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης quartier στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του quartier στο Γαλλικά.

Η λέξη quartier στο Γαλλικά σημαίνει συνοικία, γειτονιά, τέταρτο, δήμος, οικοδομικό τετράγωνο, οικόπεδο, φέτα, συνοικία, συνοικία, περιοχή, γειτονιά, γειτονιά, γειτονιά, κοινότητα, κομμάτι, γύρω περιοχή, κινέζικη συνοικία, ναύκληρος, περιοχή του λιμανιού, κομμένος στα τέσσερα, σε εκείνα τα μέρη, εκεί, παραγκούπολη, ισπανική συνοικία, περιοχή με κέντρα διασκέδασης, μπροστινό τέταρτο, περιοχή επαγγελματικών επιχειρήσεων, εμπορική συνοικία, λατινική συνοικία, υποβαθμισμένη περιοχή, πάρτυ στη γειτονιά, ευρύτερη κοινότητα, οικισμός, στεγαστική ανάπτυξη, κέντρο, αστική περιοχή, εμπορική περιοχή, υποβαθμισμένη περιοχή, τοπική αστυνομία, φέτα λεμονιού, κομμάτι λεμονιού, φέτα λάιμ, κυδωνάτες πατάτες, περιοχή όπου συχνάζουν ιερόδουλες, εμπορικό κέντρο, αποδυτήρια, φθίνουσα ημισέληνος, αρχηγείο, εστία αναταραχών, δημοτικό διαμέρισμα, γειτονιά, τελευταίο τέταρτο, πλευρά, βιομηχανική περιοχή, πρώτο τέταρτο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης quartier

συνοικία, γειτονιά

nom masculin (zone)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Gareth habitait dans un quartier agréable : calme, mais avec des bars et boutiques sympathiques.
Ο Γκάρεθ έμενε σε μια όμορφη συνοικία (or: γειτονιά) που ήταν ήσυχη αλλά είχε μερικά ωραία μπαράκια και μαγαζιά.

τέταρτο

nom masculin (de lune)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
La lune est dans son dernier quartier.

δήμος

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

οικοδομικό τετράγωνο

nom masculin

Les nouvelles constructions vont s'étendre sur l'ensemble du quartier.
Το νέο κτίριο θα καταλαμβάνει ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο.

οικόπεδο

nom masculin

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Le quartier était rempli de maçons et de menuisiers.

φέτα

nom masculin (agrume) (μακρόστενο σχήμα)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Je mets des quartiers d'orange et de pamplemousse dans la salade.

συνοικία

nom masculin (ville)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Ce quartier de la ville compte beaucoup de restaurants et de pubs.

συνοικία, περιοχή

nom masculin (d'une ville)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Les Smith ont déménagé dans un quartier situé à l'autre bout de la ville.
Οι Σμιθς μετακόμισαν σε διαφορετική συνοικία (or: περιοχή) στην άλλη πλευρά της πόλης.

γειτονιά

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Plusieurs bons restaurants se trouvent dans ce quartier.
Αυτή η γειτονιά έχει πολλά καλά εστιατόρια.

γειτονιά

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Nous vivons à Springfield. C'est un quartier (or: un coin) charmant.
Μένουμε στο Σπρίνγκφιλντ. Είναι μια όμορφη γειτονιά.

γειτονιά

nom masculin (familier)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Le gangster repenti a grandi dans un ghetto de Los Angeles.

κοινότητα

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

κομμάτι

(de gâteau, de pizza) (από κάτι στρογγυλό)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Dan a servi a chacun de ses invités un café avec une part de gâteau.

γύρω περιοχή

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Les banlieues aux environs de la ville finissent souvent par n'être que des dortoirs remplis de banlieusards.
Οι μικρές πόλεις στην περιοχή γύρω από τα μεγάλα αστικά κέντρα γίνονται συχνά πόλεις-κοιτώνες γεμάτες από ανθρώπους που πηγαινοέρχονται για τη δουλειά τους.

κινέζικη συνοικία

(anglicisme)

ναύκληρος

nom masculin

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

περιοχή του λιμανιού

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

κομμένος στα τέσσερα

locution adjectivale

(φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.)

σε εκείνα τα μέρη, εκεί

(au niveau du monde, d'un pays) (καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

παραγκούπολη

(μεγάλη έκταση)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Πολλοί άνθρωποι στις αναπτυσσόμενες χώρες ζουν ακόμη σε παραγκούπολες.

ισπανική συνοικία

nom masculin (μιας πόλης)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Maria parle bien espagnol parce qu'elle a grandi dans le quartier hispanique.

περιοχή με κέντρα διασκέδασης

nom masculin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μπροστινό τέταρτο

(μπροστά πόδι ζώου, ομωπλάτη κλπ)

περιοχή επαγγελματικών επιχειρήσεων, εμπορική συνοικία

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

λατινική συνοικία

nom masculin

Le Quartier Latin à Paris se trouve sur la Rive Gauche, près de la Sorbonne.

υποβαθμισμένη περιοχή

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

πάρτυ στη γειτονιά

nom féminin

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

ευρύτερη κοινότητα

nom masculin pluriel

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Tous les riverains demandent à la police de faire quelque chose contre la délinquance qui ne cesse d'augmenter.

οικισμός

nom masculin

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Ο νέος οικισμός έχει εύκολη πρόσβαση στον αυτοκινητόδρομο.

στεγαστική ανάπτυξη

(ΗΒ)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

κέντρο

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Les écoles des quartiers défavorisés sont souvent touchées par la violence et présentent généralement un faible taux de réussite.
Τα σχολεία του κέντρου συνήθως πλήττονται από βία και χαμηλές ακαδημαϊκές αποδόσεις.

αστική περιοχή

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

εμπορική περιοχή

nom masculin (για οικονομία, εμπόριο)

υποβαθμισμένη περιοχή

nom masculin (dans une ville)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

τοπική αστυνομία

nom féminin

φέτα λεμονιού, κομμάτι λεμονιού

nom masculin (κατά λέξη)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le poisson est souvent servi avec des quartiers de citron.

φέτα λάιμ

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Une bière mexicaine bien fraîche accompagnée d'un quartier de citron vert est très rafraîchissante.

κυδωνάτες πατάτες

nom masculin

περιοχή όπου συχνάζουν ιερόδουλες

nom masculin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le quartier chaud de Sydney se trouve à Kings Cross.

εμπορικό κέντρο

nom masculin

αποδυτήρια

φθίνουσα ημισέληνος

αρχηγείο

nom masculin (Militaire)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

εστία αναταραχών

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

δημοτικό διαμέρισμα

nom masculin

γειτονιά

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

τελευταίο τέταρτο

nom masculin (de lune)

πλευρά

nom masculin (ζώου)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

βιομηχανική περιοχή

πρώτο τέταρτο

nom masculin (Astronomie) (φάσεις σελήνης)

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του quartier στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.