Τι σημαίνει το reader στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης reader στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του reader στο Αγγλικά.

Η λέξη reader στο Αγγλικά σημαίνει αναγνώστης, αναγνώστρια, αναγνώστης, ηλεκτρονικός αναγνώστης, διορθωτής, διορθώτρια, διδακτικό βιβλίο, υφηγητής, υφηγήτρια, καρταναγνώστης, e-book reader, ebook reader, e-reader, αυτός που διαβάζει τα χείλη, υπάλληλος που παίρνει μετρήσεις, κπ που διαβάζει τη σκέψη, χειρομάντης, διορθωτής τυπογραφικών δοκιμίων. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης reader

αναγνώστης, αναγνώστρια

noun ([sb] who reads) (άτομο)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)
He is an active reader who can complete a book in a day.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Οι αναγνώστες του βιβλίου θα το αγαπήσουν.

αναγνώστης

noun (device that reads data) (συσκευή)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The bar code reader revolutionized the grocery store.
Ο αναγνώστης γραμμωτών κωδικών έφερε την επανάσταση στο σούπερ μάρκετ.

ηλεκτρονικός αναγνώστης

noun (device for reading eBooks)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
Gretchen adjusted the brightness level of her reader to see the text better in the sunshine.
Η Γκρέτσεν ρύθμισε το επίπεδο φωτεινότητας του αναγνώστη ηλεκτρονικών βιβλίων για να βλέπει καλύτερα το κείμενο στο φως του ήλιου.

διορθωτής, διορθώτρια

noun (proofreader)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)
The reader sent the article back to me with some grammar corrections.

διδακτικό βιβλίο

noun (schoolbook) (κείμενα για ανάγνωση)

It is a basic reader for third grade language learning.

υφηγητής, υφηγήτρια

noun (UK (academic: professor)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)
She is a Reader in Classics at Cambridge University.

καρταναγνώστης

noun (credit card magnetic stripe sensor)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

e-book reader, ebook reader, e-reader

noun (electronic device)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
E-book readers are popular among people who commute to work by bus or train.

αυτός που διαβάζει τα χείλη

noun ([sb] who interprets mouth movements)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

υπάλληλος που παίρνει μετρήσεις

noun ([sb] who takes energy use information)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. πολιτικός μηχανικός, Διευθύνων Σύμβουλος κλπ.)

κπ που διαβάζει τη σκέψη

noun (psychic)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The magician claims to be a mind reader, but actually it is just a clever trick.

χειρομάντης

noun (fortune teller who interprets hand lines)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
I was shocked when the palm reader looked at my hands and shouted, "You will die tomorrow!".

διορθωτής τυπογραφικών δοκιμίων

noun (person who corrects texts)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
I hired a proofreader to look over my short stories before I submitted them.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του reader στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.