Τι σημαίνει το reflected στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης reflected στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του reflected στο Αγγλικά.

Η λέξη reflected στο Αγγλικά σημαίνει ανακλώμενος, αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, καθρεφτίζω, αντανακλώ, ανακλώ, εκφράζω, φανερώνω, σκέφτομαι, σκέφτομαι, σκέφτομαι, αναλογίζομαι, αντανακλώ σε, αντικατοπτρίζω, καθρεφτίζω, αντανακλώ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης reflected

ανακλώμενος

adjective (light: shining off surface of [sth])

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
The reflected light of the sun in my rearview mirror dazzled me.

αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, καθρεφτίζω

transitive verb (return an image)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The mirror reflected a face.
Ο καθρέφτης αντικατόπτριζε ένα πρόσωπο.

αντανακλώ, ανακλώ

transitive verb (return light, heat, etc.)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A visor reflects the sun's heat.

εκφράζω, φανερώνω

transitive verb (figurative (reveal)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
His yawns reflect his boredom.
Τα χασμουρητά του εξέφραζαν τη βαρεμάρα του.

σκέφτομαι

transitive verb (with clause: think)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The detective reflected that his job required patience.
Ο αστυνομικός συλλογιζόταν ότι η δουλειά του απαιτεί υπομονή.

σκέφτομαι

intransitive verb (ponder)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Mitchell went hiking alone in the mountains to reflect.
Ο Μίτσελ πήγε μόνος του για πεζοπορία στα βουνά για να σκεφτεί.

σκέφτομαι, αναλογίζομαι

(think about, consider)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Please reflect on your actions.
Σε παρακαλώ σκέψου (or: αναλογίσου) τις πράξεις σου.

αντανακλώ σε

(figurative (affect reputation)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Your performance reflects badly on you.
Οι επιδόσεις σου έχουν άσχημες επιπτώσεις στην εικόνα σου.

αντικατοπτρίζω, καθρεφτίζω, αντανακλώ

intransitive verb (be reflective) (σπάνιο)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The tarnished mirror doesn't reflect.
Ο γανιασμένος καθρέφτης δεν αντικατοπτρίζει.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του reflected στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.