Τι σημαίνει το sorrir στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης sorrir στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sorrir στο πορτογαλικά.

Η λέξη sorrir στο πορτογαλικά σημαίνει χαμογελάω, σκάω, χαμογελάω σε κπ/κτ, χαμογελώ σε κπ/κτ, χαμογελάω σε κπ, χαμογελώ σε κπ, χαμογελαώ στη θέα, χαμογελώ στη θέα, χαμογελαώ στη θέα, χαμογελώ στη θέα, κάνω την καρδιά μου πέτρα, χαμογελώ πονηρά, χαμογελώ αυτάρεσκα, στραβώνω το στόμα, χαμογελώ τσαχπίνικα, χαμογελώ ναζιάρικα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης sorrir

χαμογελάω

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Ele sorriu, quando ouviu a notícia boa.
Χαμογέλασε όταν άκουσε τα καλά νέα.

σκάω

verbo transitivo (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ela sorriu ao ganhar o jogo.
Όταν κέρδισε το παιχνίδι έσκασε ένα πλατύ χαμόγελο

χαμογελάω σε κπ/κτ, χαμογελώ σε κπ/κτ

(favorecer, abençoar) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Deus sorriu para a gente e nos deu uma boa colheita esse ano.

χαμογελάω σε κπ, χαμογελώ σε κπ

É mágico quando seu bebê sorri para você pela primeira vez.

χαμογελαώ στη θέα, χαμογελώ στη θέα

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

χαμογελαώ στη θέα, χαμογελώ στη θέα

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κάνω την καρδιά μου πέτρα

(μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

χαμογελώ πονηρά, χαμογελώ αυτάρεσκα

Janet não suportava seu chefe, então sorriu maliciosamente quando ouviu que ele havia sido demitido.
Η Τζάνετ δεν άντεχε το αφεντικό της και έτσι μειδίασε όταν άκουσε πως τον απόλυσαν.

στραβώνω το στόμα

expressão verbal

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Emma disse a Gavin que sentia muito, mas ele somente sorriu desdenhosamente.
Η Έμμα είπε στον Γκάβιν συγγνώμη, αλλά εκείνος απλά στράβωσε.

χαμογελώ τσαχπίνικα, χαμογελώ ναζιάρικα

(χαριεντισμός: κυρίως γυναίκες)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sorrir στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.