Τι σημαίνει το tonic στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης tonic στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του tonic στο Αγγλικά.
Η λέξη tonic στο Αγγλικά σημαίνει τόνικ, τονωτικό, τονικός, πυρηνικός, τονωτικός, αναζωογονητικός, ανανεωτικός, τονικός, τονικός, τονωτικός, τζιν και τόνικ, μπριγιαντίνη, μεταλλικό νερό, τόνικ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης tonic
τόνικnoun (clear carbonated beverage) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Gemma likes to drink vodka with tonic and lemon juice. |
τονωτικόnoun (figurative ([sth] that refreshes) Peppermint tea is a great tonic for making one more alert. |
τονικός, πυρηνικόςadjective (pronunciation, stress: primary) (φωνητική: κύριος τόνος) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The tonic stress in a sentence shifts according to what the speaker wants to emphasize. ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Στην ποίηση, το μέτρο του κάθε στίχου καθορίζεται με βάση την εναλλαγή τονισμένων και άτονων συλλαβών. |
τονωτικός, αναζωογονητικός, ανανεωτικόςadjective (figurative (invigorating) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The recent elections had the tonic effect of stripping the cloak of invincibility from established politicians. Το ανανεωτικό στοιχείο των πρόσφατων εκλογών έγκειτο στο γεγονός ότι καταξιωμένοι πολιτικοί έχασαν το πλεονέκτημα της μόνιμης υπεροχής. |
τονικόςadjective (musical scale) (μουσική: ο σχετικός με τον συνεχή ήχο) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) I love this composer's tonic melodies. |
τονικόςadjective (physiology) (ιατρική: αποκατάσταση φυσιολογικού τόνου) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The first-year medical students are researching tonic contractions in the lower sphincter. Οι πρωτοετείς φοιτητές της ιατρικής μελετούν τις τονικές συσπάσεις στον κατώτερο σφιγκτήρα. |
τονωτικόςadjective (restoring health) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The old-fashioned drugstores sold a variety of tonic drinks. |
τζιν και τόνικnoun (alcoholic drink) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
μπριγιαντίνηnoun (hairstyling product) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Jared spiked his hair with hair oil. |
μεταλλικό νερό, τόνικnoun (drink: carbonated water) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) I'd like a large tonic water with a slice of lemon, please. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του tonic στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του tonic
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.