Τι σημαίνει το alistar στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης alistar στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του alistar στο πορτογαλικά.

Η λέξη alistar στο πορτογαλικά σημαίνει γράφομαι, εγγράφομαι, στρατολογώ, γράφω, κατατάσσομαι, επιστρατεύω, κατατάσσω, στρατολογώ, κατατάσσομαι εθελοντικά στο στρατό, κατατάσσομαι εθελοντικά. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης alistar

γράφομαι, εγγράφομαι

verbo transitivo (meter em rol ou lista)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
A escola não conseguiu alistar alunos suficientes para permanecer aberta.
Το σχολείο δεν κατάφερε να δεχθεί αρκετές εγγραφές μαθητών ώστε να παραμείνει ανοικτό.

στρατολογώ

(κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O Exército está recrutando no momento; talvez você devesse se tornar soldado já que não parece haver outras funções disponíveis.
Ο στρατός κάνει στρατολόγηση αυτό το διάστημα. Ίσως θα έπρεπε να γίνεις στρατιωτικός, αφού δεν φαίνεται να υπάρχουν άλλα δουλειές.

γράφω

(colocar na lista) (καθομιλουμένη)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ela anotou leite e queijo no papel.
Έγραψε (or: Προσέθεσε) το γάλα και το τυρί στο χαρτί.

κατατάσσομαι

verbo pronominal/reflexivo (militar) (στο στρατό)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Meu pai alistou-se quando tinha 18 anos.
Ο πατέρας μου κατατάχτηκε όταν ήταν 18 χρονών.

επιστρατεύω, κατατάσσω, στρατολογώ

verbo pronominal/reflexivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Os recrutas foram chamados para se alistar de acordo com suas datas de nascimento.
Οι κληρωτοί στρατολογήθηκαν για τη θητεία τους σύμφωνα με την ημερομηνία γέννησής τους.

κατατάσσομαι εθελοντικά στο στρατό

verbo pronominal/reflexivo (inscrever-se no serviço militar)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κατατάσσομαι εθελοντικά

verbo pronominal/reflexivo (no serviço militar)

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του alistar στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.