Τι σημαίνει το apresentar στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης apresentar στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του apresentar στο πορτογαλικά.

Η λέξη apresentar στο πορτογαλικά σημαίνει συστήνω, γνωρίζω, συστήνω, γνωρίζω, μαθαίνω, κάνω μια εισαγωγή σε κτ, παρουσιάζω, παρουσιάζω, κάνω εισαγωγή, υποβάλλω, παρουσιάζω, καθοδηγώ κπ σε κτ, περιγράφω, προτείνω, εκθέτω, αντικαθιστώ, αναπληρώνω, συστήνω, συστήνω, παίζω, παρουσιάζω, προσκομίζω, δείχνω, παίζω, προβάλλω, φέρω, παρουσιάζω, στήνω το σκηνικό, φτιάχνω το σκηνικό, προβάρω, ξεναγώ, συνοδεύω, παρέχω, προμηθεύω, παρουσιάζομαι, δείχνω, παρουσιάζω, παρουσιάζω, παρουσιάζω, πλασάρω, διατυπώνω την αρχή, προτείνω, θέτω, προβάλλω, επιδεικνύω, δείχνω, υποστηρίζω, συστήνομαι, εκφράζω την άποψή μου, παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι, προσφέρομαι, παρουσιάζομαι, συστήνομαι, απαγγέλλω κατηγορίες κατά κπ, προσφέρομαι, προωθώ, παρουσιάζομαι, παρουσιάζομαι, παρουσιάζομαι, υποβάλλω, διαστρεβλώνω, στρεβλώνω, δείχνω κτ σε επανάληψη, προβάλλω κτ σε επανάληψη, παραπονούμαι επισήμως, υποβάλλω έκθεση, υποβάλλω αναφορά, παρουσιάζομαι/παραδίνομαι στην αστυνομία, χαιρετώ στρατιωτικά, εμφανίζω σημάδια/συμπτώματα, κάνω καταγγελία σε κπ/κτ, υποβάλλω καταγγελία σε κπ/κτ, υποβάλλω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης apresentar

συστήνω, γνωρίζω

verbo transitivo (uma pessoa)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gostaria de apresentar-lhe o Senhor Johnson.
Επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω τον φίλο μου Στίβεν.

συστήνω, γνωρίζω

verbo transitivo (κάποιον σε κάποιον άλλο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Fui eu que apresentei a Maria para o Ali.
Εγώ ήμουνα αυτός που γνώρισε τη Μαρία στον Αλί.

μαθαίνω

verbo transitivo (figurado: fazer conhecer) (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ele me apresentou este site ótimo.
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Με μύησε στα μυστικά του ίντερνετ.

κάνω μια εισαγωγή σε κτ

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Antes de ter permissão para mergulhar no oceano, os alunos foram apresentados ao equipamento de mergulho na piscina.
Πριν τους επιτραπεί να βουτήξουν στη θάλασσα, οι εκπαιδευόμενοι μυήθηκαν στη χρήση του εξοπλισμού κατάδυσης στην πισίνα.

παρουσιάζω

verbo transitivo (uma ideia) (ιδέα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Deixe-me apresentar a minha teoria.
Επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω τη θεωρία μου.

παρουσιάζω

verbo transitivo (jurídico)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A promotoria deseja apresentar a exigência de resgate como prova.
Η εισαγγελία επιθυμεί να παρουσιάσει την απαίτηση για λύτρα ως αποδεικτικό στοιχείο.

κάνω εισαγωγή

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Ele introduziu o assunto com uma contextualização histórica.
Έκανε την εισαγωγή στο θέμα με κάποια ιστορικά στοιχεία.

υποβάλλω

verbo transitivo (formulário)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ele submeteu a ficha de inscrição ao doutor.
Υπέβαλε τη φόρμα εγγραφής στο γιατρό.

παρουσιάζω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

καθοδηγώ κπ σε κτ

περιγράφω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Na sua autobiografia, ele descreve a história da sua vida.
Στην αυτοβιογραφία του περιγράφει την ιστορία της ζωής του.

προτείνω

(propor, sugerir)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Οι ευθύνες ήταν τόσο μεγάλες που κανένας δεν ήθελε να προτείνει τον εαυτό του.

εκθέτω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αντικαθιστώ, αναπληρώνω

substantivo masculino

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Fred Jones está de férias esta semana, então o comediante Jack Burton irá apresentar o show hoje à noite.
Ο Φρεντ Τζόουνς είναι σε διακοπές αυτή την εβδομάδα και θα τον αντικαταστήσει ο κωμικός Τζακ Μπάρτον στο αποψινό σόου.

συστήνω

verbo transitivo (fazer conhecer)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Pai, permita-me apresentar meu chefe, Sr. Smith.
Μπαμπά, επίτρεψέ μου να σου συστήσω το αφεντικό μου, τον κύριο Σμιθ.

συστήνω

verbo transitivo (formal: apresentar alguém) (κάποιον σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Governador, posso apresentar-lhe o senhor Johnson?
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Κύριε Κυβερνήτη, να σας συστήσω τον κύριο Τζόνσον;

παίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Eles estão apresentando "Esperando Godot" a semana toda.

παρουσιάζω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Deixe-me apresentar meus achados.

προσκομίζω

verbo transitivo (submeter à consideração)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O vendedor apresenta as faturas semanalmente.

δείχνω, παίζω, προβάλλω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Eles estão apresentando uma reprise daquela comédia que você gostava.

φέρω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O rosto do guerreiro tinha diversas marcas profundas.

παρουσιάζω

verbo transitivo (expor) (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ele apresentou o plano dele para aumentar as vendas aos colegas de trabalho.

στήνω το σκηνικό, φτιάχνω το σκηνικό

(uma cena)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Έστησε το σκηνικό για το κοινό με την περιγραφή του.

προβάρω

verbo transitivo (roupa)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ας προβάρουμε αυτό το πουλόβερ σε εκείνο το μανεκέν.

ξεναγώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

συνοδεύω

(guiar para um lugar)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

παρέχω, προμηθεύω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A defesa forneceu evidências que confirmavam o álibi do réu.
Η υπεράσπιση παρείχε τεκμήρια που επιβεβαίωσαν το άλλοθι του κατηγορούμενου.

παρουσιάζομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Johnny Depp estrela como um vampiro no filme.
Η ταινία παρουσιάζει τον Τζόνι Ντεπ ως βρυκόλακα.

δείχνω, παρουσιάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O novo modelo desse computador inclui mais memória e processador mais rápido.
Το νέο μοντέλο του υπολογιστή διαθέτει μεγαλύτερη μνήμη και πιο γρήγορο επεξεργαστή.

παρουσιάζω

(εκπομπή)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Della está ancorando o noticiário noturno agora naquela estação.

παρουσιάζω

(teatro) (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Estamos orgulhosos de apresentar a peça Hamlet para vocês hoje à noite.

πλασάρω

(καθομιλουμένη)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διατυπώνω την αρχή

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

προτείνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

θέτω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Emily apresentou a questão do porquê todos precisarem obedecer a Paul.
Η Έμιλυ έθεσε το ερώτημα γιατί έπρεπε όλοι να υπακούουν στον Πωλ.

προβάλλω

(apresentar, representar)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
"Salomé" está em cartaz no teatro local.
Το τοπικό σινεμά παίζει τη «Σαλώμη».

επιδεικνύω

verbo transitivo (παρουσιάζω)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ele apresentou seu passaporte para inspeção.
Έδειξε το διαβατήριό του για έλεγχο.

δείχνω

verbo transitivo (para venda) (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A agente vai apresentar a casa ao compradores interessados.

υποστηρίζω

(lei)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O senador está propondo o projeto de lei.

συστήνομαι

verbo pronominal/reflexivo

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

εκφράζω την άποψή μου

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι

verbo pronominal/reflexivo (dar aparência ou impressão)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

προσφέρομαι

(como voluntário)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Quando a menininha desapareceu, muitas pessoas se ofereceram para buscá-la.
Όταν εξαφανίστηκε το κοριτσάκι πολλοί προσφέρθηκαν να το ψάξουν.

παρουσιάζομαι, συστήνομαι

verbo pronominal/reflexivo

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Βεβαιώσου ότι θα συστηθείς με αυτοπεποίθηση.

απαγγέλλω κατηγορίες κατά κπ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

προσφέρομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
O presidente pediu um voluntário e Andrew se ofereceu.
Ο πρόεδρος ζήτησε έναν εθελοντή και προσφέρθηκε ο Άντριου.

προωθώ

(fazer propaganda)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A empresa anunciou sua nova marca de pasta de dente.
Η εταιρία προώθησε την καινούρια μάρκα οδοντόπαστας.

παρουσιάζομαι

verbo pronominal/reflexivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Você precisa se apresentar no quartel às 3 horas na sexta-feira.
Πρέπει να παρουσιαστείς στον στρατώνα ως τις 3 η ώρα την Παρασκευή.

παρουσιάζομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Sim, ele se apresenta em ponto todo dia, às sete da manhã.

παρουσιάζομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Você deve comparecer ao trabalho na hora.
Πρέπει να παρουσιάζεσαι στη δουλειά στην ώρα σου.

υποβάλλω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διαστρεβλώνω, στρεβλώνω

(figurado)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

δείχνω κτ σε επανάληψη, προβάλλω κτ σε επανάληψη

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

παραπονούμαι επισήμως

(na polícia, etc.)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Θα παραπονεθώ επισήμως για την ανικανότητα του δικηγόρου μου. Θέλω να παραπονεθώ επισήμως για την εξυπηρέτηση των πελατών σας.

υποβάλλω έκθεση, υποβάλλω αναφορά

παρουσιάζομαι/παραδίνομαι στην αστυνομία

expressão verbal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Os investigadores pediram para qualquer um com informações sobre o crime se apresentar à polícia.
Οι υπεύθυνοι της έρευνας παρακάλεσαν όσους είχαν πληροφορίες για το έγκλημα να παρουσιαστούν στην αστυνομία.

χαιρετώ στρατιωτικά

εμφανίζω σημάδια/συμπτώματα

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

κάνω καταγγελία σε κπ/κτ, υποβάλλω καταγγελία σε κπ/κτ

(acusar formalmente)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Você precisa apresentar queixa ao governo local por escrito, se quiser que algo seja feito.

υποβάλλω

expressão verbal (formal)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O jovem mostrou sua gratidão pela gentileza que a família lhe mostrara. Olivia já tinha o suficiente de seu trabalho e apresentou sua proposta de demissão.

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του apresentar στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.