Τι σημαίνει το cruzar στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης cruzar στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του cruzar στο πορτογαλικά.

Η λέξη cruzar στο πορτογαλικά σημαίνει διασταυρώνομαι, σταυρώνω, σταυρώνω, διασταυρώνομαι, κάνω διγράμμιση, διασταυρώνω, διασχίζω, περνάω, περνώ, συγκρούομαι, προκαλώ, διασχίζω, περνώ, γεφυρώνω, διασταυρώνω κτ με κτ, διασχίζω περπατώντας, ζευγαρώνω, ταξιδεύω πέρα δώθε σε κτ, διασταυρώνομαι με κτ, βγαίνω για σεργιάνι, περνάω, περνώ, περνώ, σταυρώνω, διασταυρώνομαι, διασχίζω, διατρέχω, διασχίζω, περνάω, διατρέχω, διασχίζω διαγώνια, πηγαινοέρχομαι, συναντάω, διασταυρώνομαι, συναντάω, περνώ το κατώφλι, σταυρώνω τα χέρια, συναντώ τυχαία, διασχίζω κολυμπώντας, ξεπερνώ όριο, συναντώ τυχαία, πέφτω πάνω, σπάω τα σύνορα, μεταπηδώ σε κτ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης cruzar

διασταυρώνομαι

verbo transitivo (με κάτι)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
É na interseção onde a Rua Sócrates cruza com a Sabará.
Είναι στη διασταύρωση όπου η οδός Άντισον συναντάει την οδό Σέρινταν.

σταυρώνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Cruze uma linha vertical com uma horizontal para escrever a letra "t".
Τμήστε την κάθετη γραμμή με μια οριζόντια, για να σχηματίσετε το γράμμα “t”.

σταυρώνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
É confortável cruzar as pernas quando você senta.
Είναι βολικό να σταυρώνεις τα πόδια σου όταν κάθεσαι.

διασταυρώνομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
As duas ruas se cruzam oito quilômetros daqui.

κάνω διγράμμιση

verbo transitivo (με γενική)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
É melhor cruzar o cheque, pois isso impede que outras pessoas o descontem.

διασταυρώνω

verbo transitivo (κάτι με/και κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O biólogo estava tentando cruzar uma rosa e um lírio.

διασχίζω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ele atravessou a rua quando o tráfego parou.
Πέρασε τον δρόμο όταν σταμάτησε η κυκλοφορία.

περνάω, περνώ

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Quando ultrapassar, não atravesse a linha branca contínua no meio da estrada.

συγκρούομαι

verbo transitivo

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Seus planos cruzavam os de seu inimigo.

προκαλώ

(μτφ: αντιτίθεμαι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Lucy tem um mau humor, então não bata de frente.

διασχίζω, περνώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

γεφυρώνω

verbo transitivo (brecha, vão etc.)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Uma ponte cruzava o desfiladeiro.
Μια γέφυρα εκτεινόταν πάνω από το φαράγγι.

διασταυρώνω κτ με κτ

verbo transitivo

διασχίζω περπατώντας

(a pé)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
É só cruzar a ponte para chegar naquela parte da cidade. Tive que cruzar York inteira para achar a sua casa.
Απλά διέσχισε περπατώντας τη γέφυρα για να πας στην άλλη πλευρά της πόλης. Έπρεπε να διασχίσω περπατώντας όλο το Γιορκ για να βρω το σπίτι σου.

ζευγαρώνω

(κάτι με κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Esta égua foi cruzada com um burro macho, e pariu uma mula.
Αυτό το θηλυκό άλογο ζευγάρωσε με έναν γάιδαρο και γέννησε ένα μουλάρι.

ταξιδεύω πέρα δώθε σε κτ

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

διασταυρώνομαι με κτ

verbo transitivo (με άλλη ράτσα)

βγαίνω για σεργιάνι

(gíria, ofensivo) (αργκό)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

περνάω, περνώ

(passar por um ponto)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

περνώ

verbo transitivo (figurado, passar por)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

σταυρώνω

verbo transitivo (mãos, braços)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Cindy sentou-se em silêncio, com as mãos cruzadas no colo.

διασταυρώνομαι

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διασχίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διατρέχω

(ir de um extremo a outro)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A cadeia de montanhas cruza metade do país.

διασχίζω, περνάω, διατρέχω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διασχίζω διαγώνια

verbo transitivo

πηγαινοέρχομαι

verbo transitivo

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

συναντάω

verbo pronominal/reflexivo (passar um pelo outro)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
As duas pessoas se cumprimentaram quando se cruzaram.
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Πάντα τον χαιρετάω όταν συναντιόμαστε στην αγορά.

διασταυρώνομαι

verbo pronominal/reflexivo (genética) (γενετική)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Os genes se cruzam de um cromossomo a outro.
Τα γονίδια διασταυρώνονται από το ένα χρωμόσωμα στο άλλο.

συναντάω

verbo pronominal/reflexivo (κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Eles se cruzaram enquanto faziam tarefas essa manhã.
Έπεσαν ο ένας πάνω στον άλλο όταν είχαν βγει για δουλειές σήμερα το πρωί.

περνώ το κατώφλι

(κυριολεκτικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

σταυρώνω τα χέρια

expressão verbal (μπροστά στην κοιλιά)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

συναντώ τυχαία

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
No fim de semana dos escritores, deparei-me com um cara com muitos contatos úteis no mundo editorial. // Encontrei esta citação de Oscar Wilde enquanto estudava outro autor.
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Συνάντησα τυχαία αυτό το απόσπασμα από τον Όσκαρ Ουάιλντ, ενώ μελετούσα έναν άλλο συγγραφέα. Στην εκδήλωση για τους συγγραφείς το Σαββατοκύριακο συνάντησα τυχαία έναν τύπο με πολλές χρήσιμες επαφές στον κλάδο των εκδόσεων.

διασχίζω κολυμπώντας

(rio, etc.: atravessar nadando)

ξεπερνώ όριο

expressão verbal (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

συναντώ τυχαία, πέφτω πάνω

(figurado, informal)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Cruzei com minha prima ontem no mercado.
Συνάντησα το ξάδερφό μου στην αγορά εχθές.

σπάω τα σύνορα

(BRA, música) (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
O jovem cantor de country sonha que sua música atravesse gêneros e seja um sucesso nas paradas de R&B.
Ο νεαρός τραγουδιστής της κάντρι ονειρεύεται να κάνει μουσική που θα σπάει τα σύνορα και θα σημειώνει επιτυχία στα τσαρτ της R&B.

μεταπηδώ σε κτ

(BRA, música) (αλλάζω χώρο)

Run DMC foi um dos primeiros artistas de rap a atravessar gêneros até as paradas do rock.
Οι Run DMC ήταν ένα από τα πρώτα συγκροτήματα της ραπ που επεκτάθηκε και στα τσαρτ της ροκ.

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του cruzar στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.