Τι σημαίνει το menu στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης menu στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του menu στο Αγγλικά.
Η λέξη menu στο Αγγλικά σημαίνει μενού, μενού, μενού, μενού, παιδικό μενού, μενού για το δείπνο, μενού επιλογών που είναι κατανεμημένες σε ιεραρχική σειρά, αναπτυσσόμενο μενού, μενού προκαθορισμένης τιμής, παιδικό μενού, κεντρικό μενού, κύριο μενού, πιάτο του μενού, πιάτο του καταλόγου, υπομενού. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης menu
μενούnoun (restaurant: list of dishes) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) This restaurant does not have clams on the menu. Αυτό το εστιατόριο δεν έχει αχιβάδες στο μενού (or: στον κατάλογο). |
μενούnoun (computing: list of options) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) If you click on File, you will get a menu where you can click Save. Αν κάνεις κλικ στο «Αρχείο», θα εμφανιστεί ένα μενού απ' όπου θα μπορείς να επιλέξεις «Αποθήκευση». |
μενούnoun (figurative (selection, options) (μεταφορικά, ανεπίσημο) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Our company offers a full menu of services. Η εταιρεία μας προσφέρει ένα πλήρες μενού υπηρεσιών. |
μενούnoun (bar's, pub's food menu) (καφέ, μπαρ, κτλ) You can only order from the bar menu until 7 p.m. |
παιδικό μενούnoun (restaurant: dishes for children) The children's menu offers small portions. |
μενού για το δείπνοnoun (dishes served in the evening) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) This restaurant's dinner menu is more extensive, but the lunch menu has smaller servings. |
μενού επιλογών που είναι κατανεμημένες σε ιεραρχική σειράnoun (hierarchical list of options) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
αναπτυσσόμενο μενούnoun (computing: list of options) |
μενού προκαθορισμένης τιμήςnoun (menu: with set cost) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) The workers always choose the fixed-price menu. |
παιδικό μενούnoun (informal (list of children's dishes) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Does the restaurant have a kids' menu? Rosie is very fussy about her food. |
κεντρικό μενού, κύριο μενούnoun (website, DVD navigation) The main menu is the opening screen of the software. |
πιάτο του μενού, πιάτο του καταλόγουnoun (dish on a restaurant list) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The restaurant's signature pasta dish is their best selling menu item. |
υπομενούnoun (computer: list of commands) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του menu στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του menu
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.