Τι σημαίνει το overhead στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης overhead στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του overhead στο Αγγλικά.

Η λέξη overhead στο Αγγλικά σημαίνει ψηλά, πάνω, εναέριος, ντουλαπάκι χειραποσκευών, έμμεσα έξοδα, προτζέκτορας οροφής, overhead, προβολέας διαφανειών, γενικά έξοδα, γενικές δαπάνες, ντουλάπι για χειραποσκευές, προβολέας διαφανειών, οθόνη προβολής διαφανειών, διαφάνεια, πάγιο κοινωνικό κεφάλαιο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης overhead

ψηλά, πάνω

adverb (above people's heads)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
The crowd looked up at the planes circling overhead.
Το πλήθος κοιτούσε ψηλά τα αεροπλάνα που έκαναν κύκλους από πάνω τους.

εναέριος

adjective (above people's heads) (στον αέρα)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Those overhead cables supply the town's electricity.
Αυτά τα εναέρια καλώδια τροφοδοτούν με ηλεκτρισμό τη μικρή πόλη.

ντουλαπάκι χειραποσκευών

noun (airplane: compartment)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
John puts his case in the overhead.
Ο Τζον βάζει την τσάντα του στο ντουλαπάκι των χειραποσκευών.

έμμεσα έξοδα

plural noun (business: basic expenses)

This business has very high overheads.
Αυτή η εταιρεία έχει πολύ υψηλά έμμεσα έξοδα.

προτζέκτορας οροφής

noun (informal (overhead projector)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
Natalie used an overhead for her presentation.

overhead

noun (racket sports: stroke)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Angela won the point by hitting an overhead.

προβολέας διαφανειών

noun (informal, initialism (overhead projector)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
For today's meeting I'll need the OHP.

γενικά έξοδα

noun (basic business expense)

γενικές δαπάνες

plural noun (basic business costs)

ντουλάπι για χειραποσκευές

noun (storage compartment above a seat) (πάνω από το κάθισμα)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Please be careful when you open the overhead lockers, as items may have shifted in flight.

προβολέας διαφανειών

noun (projector for transparencies)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
David places the transparency on the overhead projector so that everyone in the room can see it.

οθόνη προβολής διαφανειών

noun (for viewing images)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
The image from the transparency is projected onto the overhead projector screen.

διαφάνεια

noun (acetate sheet for a projector) (για προτζέκτορα)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The computer wasn't working, so he did his presentation with overhead transparencies.

πάγιο κοινωνικό κεφάλαιο

noun (money invested in the community)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του overhead στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.