Τι σημαίνει το satellite στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης satellite στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του satellite στο Αγγλικά.

Η λέξη satellite στο Αγγλικά σημαίνει δορυφόρος, δορυφόρος, δορυφορικός, αποκεντρωμένος, επικοινωνιακός δορυφόρος, ερευνητικός δορυφόρος, δορυφορική επικοινωνία, δορυφορικό πιάτο, δορυφορική μετάδοση, δορυφορική εικόνα, δορυφορική πλοήγηση, δορυφορική τηλεόραση, δορυφορική τηλεόραση. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης satellite

δορυφόρος

noun (astronomy: orbiting body)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Astronomers say the new planet has two satellites.
Οι αστρονόμοι λένε ότι ο νέος πλανήτης έχει δυο δορυφόρους.

δορυφόρος

noun (orbiting device)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The new satellite is for weather observations.
Ο νέος δορυφόρος προορίζεται για μετεωρολογικές παρατηρήσεις.

δορυφορικός

adjective (relating to satellite broadcasting)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The satellite broadcast is delayed by about six seconds.
Η δορυφορική μετάδοση καθυστερεί περίπου έξι δευτερόλεπτα.

αποκεντρωμένος

noun (organisation: branch)

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
She was promoted to director from one of our satellites.

επικοινωνιακός δορυφόρος

noun (satellite: telecommunications)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The communication satellite was used to contact military forces in another country.

ερευνητικός δορυφόρος

noun (device sent into space for observation)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

δορυφορική επικοινωνία

noun (use of technology in space to send signals)

δορυφορικό πιάτο

noun (antenna for satellite signals)

δορυφορική μετάδοση

noun (stream of data)

δορυφορική εικόνα

noun (picture transmitted via technology in space)

δορυφορική πλοήγηση

noun (GPS directions)

δορυφορική τηλεόραση

noun (broadcast by satellite)

δορυφορική τηλεόραση

noun (informal (broadcast by satellite)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του satellite στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.