Τι σημαίνει το te στο Γαλλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης te στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του te στο Γαλλικά.
Η λέξη te στο Γαλλικά σημαίνει Ταυ, ο εαυτός σου, σε, εσένα, σε, εσένα, εσύ, εσένα, ο θεός να σ`έχει καλά, ορίστε, απρόσεχτος, χαλαρός, με οποιοδήποτε τρόπο, τρελά, κατά βούληση, όσο τραβάει η όρεξη σου, όποτε θέλεις, όποτε σε εξυπηρετεί, αν σε παρηγορεί, για την ακρίβεια, όποτε βολεύεσαι, σε πρώτη ευκαιρία, ο Θεός μαζί σου, σε παρακαλώ, Όπως επιθυμείς., ορίστε, χαίρομαι που σε βλέπω, παρακαλώ, σ' έπιασα, Μην κάνεις όρεξη, τα φαινόμενα απατούν, Άρπα την!, Τσίμπα!, άι στο διάολο, άι στο διάβολο, κοίτα τη δουλειά σου, κάνε ότι θες, κάνε ότι θέλεις, μην κάνεις τον κόπο να μιλήσεις, μην κάνεις τον κόπο να πεις τίποτα, ραγίζει η καρδιά μου, μην κοροϊδεύεις τον εαυτό σου, δεν υπάρχει περίπτωση, ξέχασε το, χάρηκα, να μη σε νοιάζει, κοίτα τη δουλειά σου, δεν σε αφορά, σε λατρεύω, χαίρω πολύ, χάρηκα, Τι ξέρεις εσύ;, Παρακαλώ, δεν μας χέζεις, συγγνώμη, ο θεός να σ`έχει καλά, συγγνώμη, σε μισώ, σ' έχω γραμμένο, άντε γαμήσου, άντε και γαμήσου, άι γαμήσου, καλώς ήρθες, καλωσόρισες, καλώς ήρθες, καλωσόρισες, Να μου!, άντε γαμήσου, άντε και γαμήσου, άι γαμήσου, άντε γαμήσου, άι γαμήσου, άντε και γαμήσου, άντε γαμήσου!, άι γαμήσου!, πήγαινε στην ευχή του Θεού, Αντίο για τώρα, Να περνάς καλά, Καλά να περνάς, ας γίνει το δικό σου, χωρίς παρεξήγηση, βάλτο εκεί που ξέρεις, χώστο εκεί που ξέρεις, Άντε και γαμήσου!, δεν σε πιέζω, Θυμήσου τα λόγια μου!, κόλακας, αυλικός, είσαι μέσα;, κάνε ό,τι θέλεις, στοίχημα, άντε και απαυτώσου, φύγε, χάσου, στα τσακίδια, στο διάολο, κόψε τις βλακείες, ξαναγέμισμα, όρεξη, διάθεση, χέζω, Τι θα έλεγες...;, να τον, να τος, χάσου!, άντε χάσου!, χάσου από εδώ!, γειτονιά, -, Ε, όχι!, Δεν το πιστεύω!, ειλικρινά, πραγματικά, απρόσεκτα, ελεύθερα, Άντε παράτα μας!, παρακαλώ, μου λέει. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης te
Ταυnom masculin (équerre en T) (χάρακας) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
ο εαυτός σου(avec verbes pronominaux) (αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.) Arrête de te regarder tout le temps dans le miroir. Σταμάτα να κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη όλη την ώρα. |
σε(COD singulier, tutoiement) (αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.) Je t'aime. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Αγαπώ εσένα, όχι τον αδερφό σου. |
εσένα, σε(objet, singulier : tutoiement) (αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.) |
εσέναpronom (αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.) |
εσύ, εσένα(sujet) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
ο θεός να σ`έχει καλά
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ορίστε
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Était-ce vous qui aviez commandé le steak, Monsieur ? Voilà. |
απρόσεχτος, χαλαρός(άτομο) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Le travail bâclé de Brian fait qu'il lui est difficile de garder un emploi. |
με οποιοδήποτε τρόπο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
τρελά(familier) (αργκό, μεταφορικά) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
κατά βούλησηlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Elle agit comme bon lui semble |
όσο τραβάει η όρεξη σουlocution adverbiale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Posez des questions tant qu'il vous plaira, je n'y répondrai pas. |
όποτε θέλεις, όποτε σε εξυπηρετείlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
αν σε παρηγορεί
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
για την ακρίβεια
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Δεν αγνοώ τον αδερφό σου. Για την ακρίβεια τον κάλεσα για δείπνο απόψε. |
όποτε βολεύεσαι, σε πρώτη ευκαιρία
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ο Θεός μαζί σου
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
σε παρακαλώ(familier : s'il te plaît) (ικετευτικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Maman, est-ce que je peux avoir deux bonbons ? S'te plaît, s'te plaît ! |
Όπως επιθυμείς.(familier) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ορίστε
(απρόσωπο ρήμα: Δεν έχει συγκεκριμένο υποκείμενο, π.χ. βρέχει, χιονίζει κλπ.) |
χαίρομαι που σε βλέπω
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
παρακαλώinterjection (demande polie) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Est-ce que je peux aller à la plage, s'il te plaît (or: s'il vous plaît) ? ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Σας παρακαλούμε, μπορούμε να παίξουμε με το σκυλάκι σας; |
σ' έπιασα
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
Μην κάνεις όρεξη
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Neil a promis de tout préparer mais ne te fais pas d'illusions ! |
τα φαινόμενα απατούν
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) On a l'impression qu'on peut lui faire confiance mais ne te fie pas aux apparences. |
Άρπα την!, Τσίμπα!(καθομιλουμένη) |
άι στο διάολο, άι στο διάβολο(tutoiement) (αγενές, προσβλητικό) (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Va te faire voir ! Tu me dégoûtes ! |
κοίτα τη δουλειά σου(assez familier) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
κάνε ότι θες, κάνε ότι θέλειςinterjection (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Je me fiche de la robe que tu porteras, fais comme tu veux ! |
μην κάνεις τον κόπο να μιλήσεις, μην κάνεις τον κόπο να πεις τίποταinterjection (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Inutile de te fatiguer, je ne veux pas entendre tes excuses. |
ραγίζει η καρδιά μου(familier, ironique) (μεταφορικά: με κάτι, για κάτι) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) - En ce moment, je dois payer une fortune en impôts sur le revenu, dit Théo. - Oh, mon pauvre !, répondit son frère. |
μην κοροϊδεύεις τον εαυτό σουinterjection (καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ne te fais pas d'illusions : il ne t'aime pas ! |
δεν υπάρχει περίπτωση, ξέχασε το(populaire) (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Si tu penses que je vais encore faire la vaisselle pour toi ce soir, tu peux te gratter ! |
χάρηκα(για τη γνωριμία) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
να μη σε νοιάζει, κοίτα τη δουλειά σου, δεν σε αφορά(καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Combien je gagne ? Ce ne sont pas tes affaires (or: ce ne sont pas vos affaires) ! |
σε λατρεύω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Je t'adule ainsi que le sol que tu foules ! |
χαίρω πολύ, χάρηκα
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Ravi de vous rencontrer, M. Green. J'espère que vous avez fait bon voyage. |
Τι ξέρεις εσύ;(assez agressif) (προσβλητικό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Tu n'y es jamais allé, alors, à ta place, je m'abstiendrais de tout commentaire ! |
Παρακαλώ
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Όταν κάποιος σου λέει ευχαριστώ, η σωστή απάντηση είναι να πεις «παρακαλώ». |
δεν μας χέζεις(vulgaire) (αργκό, προσβλητικό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Si tu n'aimes pas ça, c'est dommage, va te faire voir. Και τι έγινε που δεν σου αρέσει; Χέσε μας! |
συγγνώμηinterjection (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) S'il vous plaît, Madame, pourriez-vous me dire où est la poste ? Συγγνώμη, που είναι το ταχυδρομείο παρακαλώ; |
ο θεός να σ`έχει καλά
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Vous déménagez ? Bien, bonne chance et que Dieu vous bénisse ! |
συγγνώμη
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Je suis désolé, j'ai fait une erreur. |
σε μισώinterjection (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Je te déteste ! Je ne te ferai plus jamais confiance ! ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Αυτό δεν είναι αγάπη! Σε μισώ! |
σ' έχω γραμμένο(très familier) (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) T'aimes pas ? Bah va te faire voir ! Δεν σου αρέσει; Λοιπόν, σ' έχω γραμμένο! |
άντε γαμήσου, άντε και γαμήσου, άι γαμήσου(argot, vulgaire) (χυδαίο) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) "Hé, mon pote, va te faire foutre", lança l'ivrogne. |
καλώς ήρθες, καλωσόρισες
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Content de te revoir ! Le bureau n'était pas pareil sans toi. Καλωσόρισες! Το γραφείο δεν ήταν το ίδιο όσο έλειπες. |
καλώς ήρθες, καλωσόρισες
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Ça faisait un bout de temps que tu étais parti. Content de te revoir. |
Να μου!interjection (familier) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
άντε γαμήσου, άντε και γαμήσου, άι γαμήσουinterjection (vulgaire) (μτφ, χυδαίο: οργή) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) On veut pas de toi ici alors va te faire foutre ! |
άντε γαμήσου, άι γαμήσου, άντε και γαμήσουinterjection (vulgaire) (χυδαίο) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
άντε γαμήσου!, άι γαμήσου!(vulgaire) (χυδαίο) (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) |
πήγαινε στην ευχή του Θεούinterjection (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
Αντίο για τώρα
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Να περνάς καλά, Καλά να περνάςinterjection (ironique) (με ειρωνική έννοια) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ας γίνει το δικό σου
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ok, fais comme tu veux, j'en ai marre de discutailler avec toi. Tu ne veux pas de pepperoni sur la pizza ? D'accord, fais comme tu veux. |
χωρίς παρεξήγηση
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
βάλτο εκεί που ξέρεις, χώστο εκεί που ξέρειςinterjection (très familier) (αργκό, υβριστικό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
Άντε και γαμήσου!interjection (argot) (χυδαίο, αργκό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
δεν σε πιέζω(familier, ironique) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Θυμήσου τα λόγια μου!
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
κόλακας, αυλικόςnom masculin (familier) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
είσαι μέσα;(αργκό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
κάνε ό,τι θέλεις
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Quand tu auras terminé cette tâche, tu pourras faire ce que tu veux. |
στοίχημα(αργκό, προφορικό) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Je te parie que tu ne peux pas courir plus vite que moi ! Κόβω το κεφάλι μου (or: το χέρι μου) ότι δεν μπορείς να τρέξεις πιο γρήγορα από μένα. |
άντε και απαυτώσουinterjection (euphémisme) (ευφημισμός) |
φύγε, χάσου, στα τσακίδια, στο διάολο(familier) (αργκό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
κόψε τις βλακείεςinterjection (familier) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ξαναγέμισμα(familier) (διαδικασία) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Vous avez eu assez de café ou je vous en reremplis un verre ? |
όρεξη, διάθεσηlocution adjectivale (για κτ) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) On va à une fête ? Tu es partant (or: Ça te tente) ? Θα πάμε σε ένα πάρτι. Ψήνεσαι; |
χέζω(très familier) (αργκό, χυδαίο) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Et puis merde ! Je rentre chez moi ! |
Τι θα έλεγες...;(για κτ, να κάνω κτ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Et si on se faisait un ciné ce soir ? |
να τον, να τος
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Te voilà ! Ça fait une heure que je te cherche ! |
χάσου!, άντε χάσου!, χάσου από εδώ!(familier) (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) Θέλεις να σου δανείσω κι άλλα χρήματα, όταν δεν έχεις επιστρέψει τα τελευταία που σου έδωσα; Χάσου από δω! |
γειτονιά
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
-locution verbale (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Tu es bien silencieux aujourd'hui, je vois bien que quelque chose ne va pas. Είσαι πολύ ήσυχος σήμερα. Το καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά. |
Ε, όχι!, Δεν το πιστεύω!
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Non, arrête ! Sandra ne peut pas vouloir épouser cet homme horrible ! Τι λες τώρα! Η Σάντρα δεν μπορεί να θέλει πράγματι να παντρευτεί αυτό τον απαίσιο άντρα! |
ειλικρινά, πραγματικά
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) On aura le temps de voir un film après, je te le jure. |
απρόσεκτα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Joe ne deviendra jamais artiste ; il peint à la va-vite (or: à la va-comme-je-te-pousse). |
ελεύθερα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
Άντε παράτα μας!(très familier) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) - C'est pas terrible : tu ne peux vraiment pas faire mieux ? - Va te faire voir ! |
παρακαλώ(espagnol, familier) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
μου λέει(αργκό, μεταφορικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Alors, qu'est-ce que tu en dis ? Πώς σου φαίνεται αυτή η ιδέα; |
Ας μάθουμε Γαλλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του te στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.
Σχετικές λέξεις του te
Ενημερωμένες λέξεις του Γαλλικά
Γνωρίζετε για το Γαλλικά
Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.