Τι σημαίνει το claw στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης claw στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του claw στο Αγγλικά.

Η λέξη claw στο Αγγλικά σημαίνει νύχι, νύχι, δαγκάνα, γρατζουνάω, γρατζουνώ, γρατζουνάω, γρατζουνώ, γρατζουνάω, γρατζουνώ, γρατζουνάω, γρατζουνώ, διχάλα, γάντζος, αρπάζω, ανακάμπτω οικονομικά, επαναποκτώ, γλύκισμα από ζύμη που το σχήμα του μοιάζει με πόδι αρκούδας, σφυρί, δαγκάνα, καβουράκι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης claw

νύχι

noun (usually plural (mammal, etc.: nail)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Tigers are known for their sharp claws.
Οι τίγρεις είναι γνωστές για τα κοφτερά τους νύχια.

νύχι

noun (usually plural (bird: talon)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The hawk grasped the field mouse with its claws.
Το γεράκι έπιασε το ποντίκι του αγρού με τα νύχια του.

δαγκάνα

noun (usually plural (lobster, crab: pincer)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Don't touch the crab, it might pinch you with its claws!
Μην αγγίζεις τον κάβουρα, μπορεί να σε τσιμπήσει με τις δαγκάνες του!

γρατζουνάω, γρατζουνώ

transitive verb (animal: dig, scratch at)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
My cat clawed me while I was playing with him.
Ο γάτος μου με γρατζούνησε όταν έπαιζα μαζί του.

γρατζουνάω, γρατζουνώ

transitive verb (animal: dig, scratch at)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Cats sometimes claw the furniture.
Οι γάτες μερικές φορές γρατζουνάνε τα έπιπλα.

γρατζουνάω, γρατζουνώ

(animal: dig, scratch)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The fox clawed at the dirt at the entrance to the rabbit's nest.
Η αλεπού σκάλισε το χώμα στην είσοδο της φωλιάς του λαγού.

γρατζουνάω, γρατζουνώ

(animal: dig, scratch) (κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The feisty baby panda clawed at his keeper.
Το επιθετικό μικρό πάντα νύχιασε τον φροντιστή του.

διχάλα

noun (hooked end of a hammer) (σε διχαλωτό σφυρί)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Use the claw of the hammer to remove nails.
Χρησιμοποίησε τη διχάλα του σφυριού για να βγάλεις τα καρφιά.

γάντζος

noun (hooked tool)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

αρπάζω

(figurative ([sb]: grasp, clutch) (κάποιον/κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ανακάμπτω οικονομικά

phrasal verb, transitive, separable (figurative (recover: financial loss)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Considering its dismal sales figures and recent bankruptcy, General Motors will have to claw its way back to viability.
Λαμβάνοντας υπόψη τους οικτρούς αριθμούς πωλήσεων και την πρόσφατη χρεοκοπία, η General Motors θα πρέπει να ανακάμψει οικονομικά για να πετύχει βιωσιμότητα.

επαναποκτώ

phrasal verb, transitive, separable (figurative (recover: [sth] lost)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Considering its dismal sales figures and recent bankruptcy, General Motors will have to claw its way back to viability.

γλύκισμα από ζύμη που το σχήμα του μοιάζει με πόδι αρκούδας

(cuisine)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

σφυρί

noun (hammer that can remove nails)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

δαγκάνα

noun (crustacean's pincer)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

καβουράκι

noun (figurative (clasp) (μεταφορικά: κούμπωμα)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The lobster claw clasp was more secure than the hook and loop.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του claw στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.