Τι σημαίνει το de στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης de στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του de στο Αγγλικά.

Η λέξη de στο Αγγλικά σημαίνει απο-, απο-, απο-, Ντέλαγουερ, ανταλλακτήριο συναλλάγματος, κασίς, αρχιμάγειρας, κολόνια, κολώνια, χαριστική βολή, χαριστική βολή, αφρόκρεμα, λικέρ μέντας, αδιέξοδο, αδιέξοδο, πραγματικός, αληθινός, στην πραγματικότητα, στην πράξη, συμβιών, συμβία, δίκαιος,νόμιμος, διίκαια,νόμιμα, ξανά, αναμενόμενος,επακόλουθος, υπερβολικός, ανεπιθύμητος, μειώνω τη σημασία, αδρανοποιώ, αποκλιμακώνω, αποκλιμακώνομαι, αποπαρασιτώνω, χαλαρώνω, αποπαρασιτώνω, αποκλιμάκωση, ξεπαγώνω, αντιψυκτικό, συσκευή απομάκρυνσης πάγου, αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, καραμέλα γάλακτος, μπράντι, ομαδικό πνεύμα, άνθος ίριδας, έμβλημα, σύμβολο, εκτός μάχης, δυσκολία, αγάπη για τη ζωή, ψευδώνυμο, λογοτεχνικό ψευδώνυμο, φιλολογικό ψευδώνυμο, ντουέτο χορού, εντυπωσιακός, έξοχος, εξαίρετος, σπουδαίος, αποκορύφωμα, αρένα ταυρομαχιών, Ρίο ντε Τζανέιρο, άθλος, Γύρος της Γαλλίας, αμέσως. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης de

απο-

prefix (removal)

For example: detach, deforestation

απο-

prefix (reversal)

For example: deactivate

απο-

prefix (move away)

For example: decamp

Ντέλαγουερ

noun (written, abbreviation (US state: Delaware)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
My parents live in Newark, DE.

ανταλλακτήριο συναλλάγματος

noun (currency exchange service)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
You will find a bureau de change at large airports.

κασίς

noun (blackcurrant liqueur)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

αρχιμάγειρας

(Gallicism (cook)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

κολόνια, κολώνια

noun (French (perfume)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The heady scent of cologne made me feel dizzy.

χαριστική βολή

noun (figurative, Gallicism (decisive or finishing stroke) (μεταφορικά)

χαριστική βολή

noun (Gallicism (mercy killing) (κυριολεκτικά)

The count delivered the coup de grâce to his wife's lover.
Ο κόμης έδωσε τη χαριστική βολή στον εραστή της γυναίκας του.

αφρόκρεμα

noun (figurative, French (best, elite) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The World Cup is the creme de la creme of international football competitions.

λικέρ μέντας

noun (French (mint liqueur)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

αδιέξοδο

noun (road with no exit, dead-end street)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The neighborhood children played in the cul-de-sac since it was free of traffic.

αδιέξοδο

noun (UK (close: residential road with no exit) (δρόμος)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

πραγματικός, αληθινός

adjective (actual, real) (όχι μόνο κατ' όνομα)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Although not officially in charge, he is the de facto decision maker.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Αν και στα χαρτιά διευθυντής είναι ο πατέρας της, το πραγματικό αφεντικό είναι η Μαρία.

στην πραγματικότητα, στην πράξη

adverb (actually, in reality)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The military has been ruling the country de facto.
Στην πραγματικότητα ο στρατός κυβερνά τη χώρα.

συμβιών, συμβία

noun ([sb] not married but living as a spouse)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)

δίκαιος,νόμιμος

adjective (lawful)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

διίκαια,νόμιμα

adverb (by law)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
De facto segregation continued long after the courts ended de jure segregation.

ξανά

adverb (formal, Latin (again)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

αναμενόμενος,επακόλουθος

adjective (expected)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
When attending the opera at Bayreuth, formal evening dress is de rigueur.

υπερβολικός

expression (literary, Gallicism (too much)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

ανεπιθύμητος

expression (literary, Gallicism (not wanted)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

μειώνω τη σημασία

transitive verb (place less importance on [sth])

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

αδρανοποιώ

transitive verb (electricity: disconnect)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποκλιμακώνω

transitive verb (lessen in scale, intensity)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποκλιμακώνομαι

intransitive verb (become less in scale, intensity)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

αποπαρασιτώνω

transitive verb (remove parasites from)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
As well as de-fleaing the dog, you need to de-flea the house too.

χαλαρώνω

intransitive verb (relax after feeling tension)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αποπαρασιτώνω

transitive verb (animal: treat for parasites) (ζώα: σκουλήκια εντέρου)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
All the puppies have been de-wormed.

αποκλιμάκωση

noun (downscaling, making [sth] smaller) (μείωση ισχύος, έντασης)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

ξεπαγώνω

transitive verb (thaw, defrost)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

αντιψυκτικό

noun (substance: anti-freeze)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

συσκευή απομάκρυνσης πάγου

noun (defrosting device)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη

noun (area where military operations are prohibited)

The demilitarized zone between North and South Korea is the world's most heavily armed border.

καραμέλα γάλακτος

noun (milk-based caramel sauce or candy)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
For dessert, we had flan with a dulce de leche sauce.

μπράντι

(brandy)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

ομαδικό πνεύμα

noun (team spirit, comradeship)

άνθος ίριδας, έμβλημα, σύμβολο

noun (symbol, emblem: iris)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The fleur-de-lis was the emblem of the French royal family.

εκτός μάχης

(Gallicism (out of the fight)

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

δυσκολία

noun (informal, dated (difficult situation)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Well that was certainly a fine how-do-you-do wasn't it?

αγάπη για τη ζωή

noun (French (love of life)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ψευδώνυμο

noun (Gallicism (pseudonym, alias)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The leader of the Zapatistas goes by the nom de guerre of Subcomandante Marcos.

λογοτεχνικό ψευδώνυμο, φιλολογικό ψευδώνυμο

noun (Gallicism (pseudonym: writer's alias)

Charlotte Bronte published her books using the nom de plume of Currer Bell.

ντουέτο χορού

noun (French (dance for a couple)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

εντυπωσιακός, έξοχος, εξαίρετος, σπουδαίος

noun (highlight or finest part)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The main course was delicious but the piece de resistance was the dessert.

αποκορύφωμα

noun (figurative (most important element)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

αρένα ταυρομαχιών

(Spanish (bull ring)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

Ρίο ντε Τζανέιρο

noun (city in Brazil)

(κύριο ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. Ναύπλιο, Έβερεστ κλπ.)

άθλος

noun (accomplishment) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
John Coltrane's saxophone solo on "My Favorite Things" was a tour de force. The director's latest film is a tour de force that excites both critics and audiences.
Το σόλο με το σαξόφωνο του Τζον Κολτρέιν στο τραγούδι "My Favourite Things" ήταν άθλος. Η τελευταία ταινία του σκηνοθέτη είναι ένας άθλος που ενθουσίασε και τους κριτικούς και το κοινό.

Γύρος της Γαλλίας

noun (French annual bicycle race)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

αμέσως

(Gallicism (immediately)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του de στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.