Τι σημαίνει το representar στο πορτογαλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης representar στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του representar στο πορτογαλικά.
Η λέξη representar στο πορτογαλικά σημαίνει απεικονίζω, αντιπροσωπεύω, συμβολίζω, εκπροσωπώ, παίζω, παρουσιάζω, είμαι αντιπροσωπευτικός, εκπροσωπώ, εκπροσωπώ, παρουσιάζω, αντιστοιχώ σε, παρουσιάζω, δίνω παράσταση, είμαι αναπληρωτής, παρουσιάζω, κάνω κπ/κτ να φαίνεται ως κτ, υποκαθιστώ, είμαι, αποτελώ, αντιπροσωπεύω, εκπροσωπώ, υποδύομαι, περιγράφω, απεικονίζω, σημαίνω, παίζω, αντικαθιστώ, αναπληρώνω, ενσαρκώνω, αντιπροσωπεύω, αντιστοιχώ σε κτ, αναλογώ σε κτ, το παίζω κπ/κτ, παίζω το ρόλο του, συμβολίζω, μιμούμαι, είμαι χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποδίδω, δείχνω, δίνω παράσταση, υποκρίνομαι, προσποιούμαι, προβάλλω, απεικονίζω, καλλιτεχνία, αγορεύω ενώπιον του δικαστηρίου, παίζω ρόλο, συμμετέχω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης representar
απεικονίζωverbo transitivo (reproduzir) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A pintura abstrata representa o pensamento do artista sobre a maternidade. Ο αφηρημένος πίνακας απεικονίζει την αντίληψη του καλλιτέχνη για τη μητρότητα. |
αντιπροσωπεύω, συμβολίζωverbo transitivo (simbolizar, encarnar) (ιδέα) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A cor vermelha representa sangue. Το κόκκινο χρώμα αντιπροσωπεύει (or: συμβολίζει) το αίμα. |
εκπροσωπώverbo transitivo (agir em nome de, legalmente) (εκ μέρους κάποιου άλλου) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O advogado de Frank o representará. Οι δικηγόροι του Φρανκ θα τον εκπροσωπήσουν. |
παίζωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Quem quer representar Lady Macbeth? Ποιος θέλει να ερμηνεύσει το ρόλο της Λαίδης Μάκβεθ; |
παρουσιάζωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Representaremos agora nosso sofisticado musical! |
είμαι αντιπροσωπευτικόςverbo transitivo (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) |
εκπροσωπώverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
εκπροσωπώverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
παρουσιάζω(teatro) (κάτι σε κάποιον) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Estamos orgulhosos de apresentar a peça Hamlet para vocês hoje à noite. |
αντιστοιχώ σε
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
παρουσιάζωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
δίνω παράσταση(desempenhar) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
είμαι αναπληρωτής(αρχηγός, πρόεδρος κ.λπ.) (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) |
παρουσιάζω(desempenhar como ator) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Representaram uma cena para divertir a multidão. Παρουσίασαν ένα σκετς για να διασκεδάσουν τον κόσμο. |
κάνω κπ/κτ να φαίνεται ως κτverbo transitivo (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) A imprensa está representando ele como o maior cantor desde Elvis, mas ele não é tão bom assim. Ο τύπος τον παρουσιάζει ως τον καλύτερο τραγουδιστή απ' την εποχή του Έλβις, αλλά δεν είναι και τόσο καλός. |
υποκαθιστώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Tentando explicar o acidente para os seus amigos no bar, Gavin usou o copo de cerveja para representar o carro e o porta-copos para representar o pedestre. Στο μπαρ, ο Γκάβιν προσπάθησε να εξηγήσει στους φίλους του το ατύχημα. Χρησιμοποίησε, λοιπόν, το ποτήρι της μπίρας, για να υποκαταστήσει το αυτοκίνητο και το σουβέρ για να υποκαταστήσει τον πεζό. |
είμαι, αποτελώverbo transitivo (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Aquela resposta representa um bom exemplo de sarcasmo. Η απάντηση αυτή αποτελεί ένα καλό παράδειγμα σαρκασμού. |
αντιπροσωπεύω, εκπροσωπώverbo transitivo (jurídico) (κάποιον) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Meritíssimo, sou James Alfred III, representando o réu. Κύριε Πρόεδρε, λέγομαι Τζέιμς Άλφρεντ Ιλ και αντιπροσωπεύω (or: εκπροσωπώ) τον κατηγορούμενο. |
υποδύομαιverbo transitivo (no teatro) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Έπαιξε τον καθηγητή στο έργο. |
περιγράφωverbo transitivo (descrever) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O poeta representou seu amante como um herói épico. |
απεικονίζωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Gosto de esculturas para representar (or: descrever) coisas que sou capaz de identificar. ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Στον πίνακά του Γκουέρνικα, ο Πικάσο αναπαριστά τη φρικαλεότητα του πολέμου. |
σημαίνω
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) O "U" em EUA significa "unidos". Το «Η» στη λέξη ΗΠΑ σημαίνει «ηνωμένες». |
παίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A diretora fez os atores encenarem a cena de novo com uma ênfase levemente diferente. |
αντικαθιστώ, αναπληρώνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ενσαρκώνω, αντιπροσωπεύω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Meu marido personifica tudo de bom em ser um homem. ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Η Μέρη ενσαρκώνει όλες τις αρετές μιας καλής συζύγου και μητέρας. |
αντιστοιχώ σε κτ, αναλογώ σε κτ
As mulheres na Grã-Bretanha agora correspondem a quase metade da mão-de-obra. Οι γυναίκες στη Βρετανία αντιστοιχούν (or: αναλογούν) πλέον σχεδόν στο μισό του εργατικού δυναμικού. |
το παίζω κπ/κτ(αργκό, μτφ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Charlie não é um piloto de verdade, ele está apenas fingindo. Julie fingiu ser sua irmã Emma para conseguir acesso às contas bancárias de Emma. |
παίζω το ρόλο του
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
συμβολίζωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A figura do sol simboliza (or: representa) o período diurno ou a luz do dia. Το σχήμα του ήλιου συμβολίζει τη μέρα ή την ηλιοφάνεια. |
μιμούμαιverbo transitivo (imitar) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
είμαι χαρακτηριστικό παράδειγμαverbo transitivo (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) |
αποδίδωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O artista reproduziu esse cavalo com grande habilidade. Ο καλλιτέχνης απεικόνισε αυτό το άλογο με μεγάλη δεξιοσύνη. |
δείχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Esses protestos simbolizam (or: representam) o descontentamento do povo. |
δίνω παράστασηverbo transitivo (dar um show) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) O comediante atua três vezes por semana. Ο κωμικός δίνει παράσταση τρεις βραδιές την εβδομάδα. |
υποκρίνομαι, προσποιούμαιverbo transitivo (κάτι, ότι κάνω κάτι) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Um bom ator sabe como representar uma perna manca. Ο καλός ηθοποιός μπορεί να υποδυθεί τον κουτσό. |
προβάλλω(apresentar, representar) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) "Salomé" está em cartaz no teatro local. Το τοπικό σινεμά παίζει τη «Σαλώμη». |
απεικονίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
καλλιτεχνία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
αγορεύω ενώπιον του δικαστηρίου(advogado: representar os defensores no tribunal) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
παίζω ρόλο, συμμετέχω(atuar em algo) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
Ας μάθουμε πορτογαλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του representar στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.
Σχετικές λέξεις του representar
Ενημερωμένες λέξεις του πορτογαλικά
Γνωρίζετε για το πορτογαλικά
πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.