Τι σημαίνει το restrict στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης restrict στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του restrict στο Αγγλικά.

Η λέξη restrict στο Αγγλικά σημαίνει περιορίζω, περιορίζω, περιορίζω, περιορίζω, περιορίζω κπ σε κτ, περιορίζομαι, δεσμεύομαι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης restrict

περιορίζω

(to area)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The pub restricted smoking to the beer garden and asked customers not to bring lighted cigarettes indoors.
Η παμπ επέτρεπε το κάπνισμα μόνο στον κήπο και ζητούσε από τους πελάτες να μην φέρνουν αναμμένα τσιγάρα στον εσωτερικό χώρο.

περιορίζω

transitive verb (with rules, laws)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
There are laws that restrict the sale of alcohol and tobacco products.
Υπάρχουν νόμοι που περιορίζουν την πώληση αλκοολούχων ποτών και προϊόντων καπνού.

περιορίζω

transitive verb (limit [sth])

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Brian restricts his working hours to ensure he has time to spend with his family.
Ο Μπράιαν έχει περιορίσει το εργασιακό του ωράριο για να εξασφαλίσει ότι θα μπορεί να περνά χρόνο με την οικογένειά του.

περιορίζω

(limit to)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Teresa restricts the time her kids spend watching TV to two hours a day.

περιορίζω κπ σε κτ

(limit or confine to)

The plan is that violent prisoners will be restricted to their cells.
Το σχέδιο λέει ότι οι βίαιοι κρατούμενοι θα περιορίζονται στα κελιά τους.

περιορίζομαι, δεσμεύομαι

verbal expression (limit or confine yourself to)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
If you restrict yourself to only eating at mealtimes you may actually lose weight. I was conscientious and restricted myself to eating only five cookies.
Αν περιοριστείς στο να τρως μόνο την ώρα των γευμάτων θα χάσεις βάρος.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του restrict στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του restrict

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.