Τι σημαίνει το eight στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης eight στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του eight στο Αγγλικά.
Η λέξη eight στο Αγγλικά σημαίνει οχτώ, οκτώ, οχτώ, οκτώ, οχτώ, οκτώ, οχτώ, οκτώ, οχτώ, οκτώ, ογδόη, οχτώ, οκτώ, οχτώ, οκτώ, οχτάρι, οκτάδα, σε μειονεκτική θέση, η μπάλα με το νούμερο 8, 1/8 της ουγγιάς, οχτακοσιοστός, οχτώ η ώρα, οχτώ η ώρα, οκτώ χιλιάδες, οχτώ χιλιάδες, ογδόντα οχτώ, ογδόντα οχτώ, ογδόντα οχτώ, ογδόντα οχτώ, πιάνο, oχτάρι, oχτάρι, ομάδα των 8, είμαι μεθυσμένος, είμαι πιωμένος, είμαι μεθυσμένος, είμαι πιωμένος, βινύλιο 78 στροφών, χρόνος 6/8, τριάντα οκτώ, τριάντα οχτώ, τριάντα οκτώ, τριάντα οχτώ, τριάντα οκτώ, τριάντα οχτώ, τριάντα οκτώ, τριανταοχτάρι, τριανταοχτάρι διαμετρημα, είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώ, είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώ, είκοσι οχτώ ετών, είκοσι οκτώ ετών, είκοσι οχτώ χρονών, είκοσι οκτώ χρονών, είκοσι οχτώ χρόνων, είκο, είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώ, είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώ, είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης eight
οχτώ, οκτώnoun (cardinal number: 8) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Eight minus five is three. Οχτώ πλην πέντε ισούται με τρία. |
οχτώ, οκτώnoun (symbol for number 8) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Ben's handwriting is so bad that his eight looks like a six. |
οχτώ, οκτώnoun (time: 8 o'clock) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) We arranged to meet at eight in the evening. Κανονίσαμε να βρεθούμε στις οκτώ το βράδυ. |
οχτώ, οκτώpronoun (people, things: 8 of them) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Can you find the eight differences between these two pictures? |
οχτώ, οκτώnoun (US, written (eighth day of specified month) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) The exhibit is open from January 8 through February 7. |
ογδόηnoun (mainly UK, written (eighth day of specified month) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) The singer John Lennon died on 8 December 1980. |
οχτώ, οκτώadjective (8 in number) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) An octagon has eight sides. Το οχτάγωνο έχει οχτώ πλευρές. |
οχτώ, οκτώadjective (8 years of age) (οχτώ χρονών, οκτώ χρονών) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) My oldest son is eight. |
οχτάριnoun (playing card: with 8 pips) (χαρτοπαιξία) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) I have a two, a four and an eight. Έχω ένα δυάρι, ένα τεσσάρι και ένα οχτάρι. |
οκτάδαnoun (sports: rowing crew) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The Cambridge women's eight rowed to victory in 2019. |
σε μειονεκτική θέσηexpression (US, figurative (at a disadvantage) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) The university is behind the eight ball when it comes to attracting international students. |
η μπάλα με το νούμερο 8noun (ball in billiards, pool) (μπιλιάρδο) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
1/8 της ουγγιάςnoun (informal (amount of an illegal drug) (ναρκωτικά) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
οχτακοσιοστόςadjective (800 in number) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) There are eight hundred students at the school. |
οχτώ η ώραnoun (time: 8 A.M.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) I always get up around 8 o'clock, whether I'm working or not. |
οχτώ η ώραnoun (time: 8 P.M.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
οκτώ χιλιάδες, οχτώ χιλιάδεςadjective (8000 of [sth]) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
ογδόντα οχτώnoun (cardinal number: 88) (απόλυτο αριθμητικό) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
ογδόντα οχτώadjective (88 in number) (π.χ. τα ογδόντα οχτώ παιδιά) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
ογδόντα οχτώadjective (88 years of age) (ετών) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ογδόντα οχτώpronoun (people, things: 88 of them) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
πιάνοnoun (slang (piano) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
oχτάριnoun (figure skating) (σχήμα) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
oχτάριnoun (shape resembling 8) (σχήμα) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ομάδα των 8noun (abbreviation (Group of Eight) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
είμαι μεθυσμένος, είμαι πιωμένοςverbal expression (UK, slang (be drunk) Oh dear. Audrey's had one over the eight again! |
είμαι μεθυσμένος, είμαι πιωμένοςverbal expression (UK, slang (be drunk) Tania's one over the eight; someone had better take her home. |
βινύλιο 78 στροφώνnoun (informal (vinyl record: plays at 78 rpm) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
χρόνος 6/8noun (music: time signature) (μουσική) (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
τριάντα οκτώ, τριάντα οχτώnoun (cardinal number: 38) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
τριάντα οκτώ, τριάντα οχτώadjective (38 in number) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
τριάντα οκτώ, τριάντα οχτώadjective (38 years of age) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
τριάντα οκτώpronoun (people, things: 38 of them) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
τριανταοχτάριnoun (.38-caliber pistol) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
τριανταοχτάρι διαμετρημαnoun (cartridge of a .38-caliber pistol) |
είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώnoun (cardinal number: 28) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Twenty-eight is four times seven. |
είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώadjective (28 in number) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
είκοσι οχτώ ετών, είκοσι οκτώ ετών, είκοσι οχτώ χρονών, είκοσι οκτώ χρονών, είκοσι οχτώ χρόνων, είκοadjective (28 years of age) (φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.) He turned twenty-eight last week. |
είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώpronoun (people, things: 28 of them) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώnoun (US, written (twenty-eighth day of specified month) The baby was due on March 28, but wasn't born until April 2. |
είκοσι οχτώ, είκοσι οκτώnoun (mainly UK, written (twenty-eighth day of specified month) I'll be back from my holidays on 28 March. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του eight στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του eight
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.