Τι σημαίνει το exibir στο πορτογαλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης exibir στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του exibir στο πορτογαλικά.
Η λέξη exibir στο πορτογαλικά σημαίνει εκθέτω, παίζομαι, παίζω, δείχνω, παρουσιάζω, εκθέτω, παρουσιάζω, επιδεικνύω, επανεμφανίζω, επιδεικνύω, υψώνω, προβάλλω, δείχνω, βάζω κτ να συμμετάσχει, εκθέτω, παρουσιάζω, προβάλλω, εκθέτω, εκθέτω, επιδεικνύω, δείχνω, επιδεικνύω, προβάλλω, επιδεικνύω, επιδεικνύω, αποκαλύπτω, μαζεύω, βρίσκω, αποκαλύπτω, ξεχειλίζω, τρέχω, επιδεικνύω, προβάλλω, αποκαλύπτω, προβάλλω, κάνω φιγούρα/μόστρα, κοκορεύομαι, κορδώνομαι, το παίζω, επιδεικνύομαι, παρελαύνω, εκθέτω σε περίοπτη θέση, αναδεικνύω, δείχνω, φιλοξενώ την αβάν πρεμιέρ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης exibir
εκθέτωverbo transitivo (trabalhos de arte) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O artista vai exibir suas últimas obras semana que vem na Prefeitura Municipal. Ο καλλιτέχνης θα εκθέσει τα τελευταία έργα του την επόμενη εβδομάδα στο δημαρχείο. |
παίζομαι, παίζω
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Que filmes estão sendo exibidos no cinema essa semana? |
δείχνωverbo transitivo (κάτι σε κάποιον) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ele mostrou a coleção de cartões postais para os visitantes. Έδειξε τη συλλογή των καρτ ποστάλ του στους επισκέπτες. |
παρουσιάζωverbo transitivo (jurídico) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A promotoria deseja apresentar a exigência de resgate como prova. Η εισαγγελία επιθυμεί να παρουσιάσει την απαίτηση για λύτρα ως αποδεικτικό στοιχείο. |
εκθέτω, παρουσιάζω(mostrar, exibir) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
επιδεικνύωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O ricaço queria exibir sua riqueza. |
επανεμφανίζωverbo transitivo (software) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
επιδεικνύωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Você não perde uma oportunidade de exibir seus conhecimentos acadêmicos. ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Του αρέσει να επιδεικνύει τις ικανότητές του στο μπάσκετ. |
υψώνωverbo transitivo (σημαία) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O navio apareceu, exibindo a bandeira do país. |
προβάλλω, δείχνωverbo transitivo (filme) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Meu cinema local está exibindo "Casablanca" hoje à noite. |
βάζω κτ να συμμετάσχειverbo transitivo (σε καλλιστεία ζώων) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) David vai exibir suas ovelhas este ano na feira. |
εκθέτωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Os curadores exibiram as pinturas de Dalí no museu. Ο έφοροι εξέθεσαν τους πίνακες του Νταλί στο μουσείο. |
παρουσιάζω, προβάλλωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A exibição mostrará o trabalho de artistas locais. Στην έκθεση θα παρουσιαστεί το έργο ντόπιων καλλιτεχνών. |
εκθέτωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A gerência exibiu as informações no saguão de entrada. Η διεύθυνση ανάρτησε τις πληροφορίες στον διάδρομο. |
εκθέτωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Vão exibir (or: expor) os primeiros quadros dele na galeria no mês que vem. Θα εκθέσουν τα πρώτα έργα του στην γκαλερί τον επόμενο μήνα. |
επιδεικνύωverbo transitivo (παρουσιάζω) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ele apresentou seu passaporte para inspeção. Έδειξε το διαβατήριό του για έλεγχο. |
δείχνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O computador exibe (or: mostra) as questões da prova e os alunos usam o teclado para digitar suas respostas. Ο υπολογιστής εμφανίζει τα τεστ και οι μαθητές χρησιμοποιούν το πληκτρολόγιο για να καταχωρήσουν τις απαντήσεις τους. |
επιδεικνύω, προβάλλω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
επιδεικνύω(για μέρη σώματος) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
επιδεικνύω(για μέρη σώματος) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
αποκαλύπτωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Após horas de interrogatório, o bandido finalmente revelou o esconderijo onde deixara as joias roubadas. Έπειτα από ώρες ανάκρισης, ο κλέφτης τελικά αποκάλυψε την κρυψώνα όπου είχε αφήσει τα κλεμμένα κοσμήματα. |
μαζεύω, βρίσκωverbo transitivo (coragem, ânimo, forças) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Beto exibiu sua coragem e foi para cima. Ο Μπομπ μάζεψε το κουράγιο του και το επιχείρησε. |
αποκαλύπτωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O processo expôs a prova que ele continha contra o acusado. Οι κατήγοροι αποκάλυψαν τα αποδεικτικά στοιχεία που είχαν εναντίον του κατηγορουμένου. |
ξεχειλίζω, τρέχωverbo transitivo (figurado: confiança) (μεταφορικά) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
επιδεικνύω, προβάλλωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
αποκαλύπτωverbo transitivo (ότι/πως) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) A empresa revelou que perdera dinheiro na transação. Η εταιρεία αποκάλυψε πως είχε χάσει λεφτά από τη συμφωνία. |
προβάλλωverbo transitivo (numa tela) (σε οθόνη) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O oficial exibiu a apresentação. |
κάνω φιγούρα/μόστρα, κοκορεύομαι, κορδώνομαι, το παίζω(informal) (καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ele está se mostrando para impressioná-la. Κάνει φιγούρα για να την εντυπωσιάσει. |
επιδεικνύομαι
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Os machos se exibem para as galinhas na época do acasalamento. Οι κόκορες επιδεικνύονται στις κότες στην εποχή του ζευγαρώματος. |
παρελαύνω(μεταφορικά) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Grupos de adolescentes exibiram-se pelas ruas. Ομάδες εφήβων παρέλαυναν στους δρόμους. |
εκθέτω σε περίοπτη θέση
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
αναδεικνύωverbo pronominal/reflexivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Essa canção realmente exibe o alcance vocal dela. Αυτό το τραγούδι αναδεικνύει πραγματικά το εύρος της φωνής της. |
δείχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) O policial exibiu rapidamente o distintivo dele. Ο αστυνομικός έδειξε το σήμα του. |
φιλοξενώ την αβάν πρεμιέρ(BRA) (με γενική) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Ας μάθουμε πορτογαλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του exibir στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.
Σχετικές λέξεις του exibir
Ενημερωμένες λέξεις του πορτογαλικά
Γνωρίζετε για το πορτογαλικά
πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.