Τι σημαίνει το ghost στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης ghost στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του ghost στο Αγγλικά.

Η λέξη ghost στο Αγγλικά σημαίνει φάντασμα, φάντασμα, μια υποψία, γράφω κτ εκ μέρους κάποιου, γράφω για κπ άλλον, γλιστράω, γλιστρώ, κυνηγός φαντασμάτων, μετείκισμα, παρασιτική εικόνα, φάντασμα στη μηχανή, παραμικρή ελπίδα, ιστορία φαντασμάτων, ιστορία με φαντάσματα, πόλη-φάντασμα, αφανής συγγραφέας, παραδίδω πνεύμα, Άγιο Πνεύμα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης ghost

φάντασμα

noun (spirit of dead person)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Tom thought he saw a ghost in his bedroom.
Ο Τομ νόμιζε πως είδε ένα φάντασμα στο υπνοδωμάτιό του.

φάντασμα

noun (figurative ([sth] from the past) (μεταφορικά: με γενική)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The president was haunted by the ghost of the past administration.
Τον πρόεδρο τον είχε στοιχειώσει το φάντασμα της προηγούμενης κυβέρνησης.

μια υποψία

noun (figurative (trace) (με γενική)

Frank saw the ghost of a frown on his friend's face.
Ο Φρανκ είδε μια υποψία συνοφρύωσης στο πρόσωπο του φίλου του.

γράφω κτ εκ μέρους κάποιου

transitive verb (informal, abbreviation (ghostwrite: write on behalf of [sb] else)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Whoever ghosted her autobiography, they did a very poor job.
Όποιος έγραψε εκ μέρους της την αυτοβιογραφία της, δεν έκανε καθόλου καλή δουλειά.

γράφω για κπ άλλον

(informal, abbreviation (ghostwrite: write on behalf of [sb] else)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The singer has just published her autobiography; an experienced author ghosted for her.

γλιστράω, γλιστρώ

intransitive verb (move stealthily)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The hunter ghosted through the forest looking for prey.

κυνηγός φαντασμάτων

noun (person who searches for spirits)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. πολιτικός μηχανικός, Διευθύνων Σύμβουλος κλπ.)

μετείκισμα

noun (after-image on the retina)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Kate could still see a ghost image of the sun when she closed her eyes.

παρασιτική εικόνα

noun (screen burn)

John paused the DVD for too long and a ghost image formed on the television screen.

φάντασμα στη μηχανή

noun (figurative (human soul or mind) (μτφ: φιλοσοφία, ψυχή)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

παραμικρή ελπίδα

noun (figurative (slight possibility) (με άρνηση)

My husband might run for office, but he really doesn't stand a ghost of a chance.

ιστορία φαντασμάτων, ιστορία με φαντάσματα

noun (tale of the supernatural)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
They sat around the fire and told ghost stories to each other.

πόλη-φάντασμα

noun (abandoned town)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

αφανής συγγραφέας

noun (author who writes for [sb] else)

The politician is employing a ghost writer to write her autobiography.

παραδίδω πνεύμα

verbal expression (figurative (stop functioning)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
My old printer has finally given up the ghost.

Άγιο Πνεύμα

noun (Christian trinity: Holy Spirit)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Some of the old prayers and hymns still call the Holy Spirit the Holy Ghost.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του ghost στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του ghost

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.