Τι σημαίνει το gravar στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης gravar στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του gravar στο πορτογαλικά.

Η λέξη gravar στο πορτογαλικά σημαίνει χαράσσω, χαράζω, κάνω σκαλίσματα, χαράζω, χαράσσω, χαράζω, χαράσσω, χαράσσω, χαράζω, χαράσσω, χαράζω, χαράζω, χαράσσω, ηχογραφώ, χαράσσω, χαράζω, χαράσσω κτ σε κτ, χαράζω κτ σε κτ, καταγράφω, μαγνητοσκοπώ, καταγράφω, μαγνητοσκοπώ, αποθηκεύω, καταγράφω, μαγνητοφωνώ, χαράζω, χαράσσω, πιέζω, γράφω, τονίζω κτ σε κπ, επισημαίνω κτ σε κπ, χαράζω, χαράσσω, χαράζω, χαράσσω, γράφω, εκτυπώνω, τυπώνω, χαράζω, χαράσσω, λαξεύω, σμιλεύω, χαράζω, γυρίζω, γυρίζω, βάζω κοριό στο τηλέφωνο, ηχογραφώ πιο πριν, ηχογραφώ, βιντεοσκοπώ, τραβάω κτ σε βίντεο, γράφω κτ στο βίντεο, μαγνητοσκοπώ με κινητοσκόπιο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης gravar

χαράσσω, χαράζω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

κάνω σκαλίσματα

(σε κτ)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

χαράζω, χαράσσω

(κτ σε κτ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χαράζω, χαράσσω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χαράσσω, χαράζω

(κάτι σε κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χαράσσω, χαράζω

(κάτι σε κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χαράζω, χαράσσω

verbo transitivo (κτ με κτ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ηχογραφώ

verbo transitivo (gravar em fita, etc.) (μουσική, ήχος)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A banda gravou um álbum novo.
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Οι κάμερες ασφαλείας κατέγραψαν το ατύχημα.

χαράσσω, χαράζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Yvonne está gravando o lindo anel de prata que está fazendo.
Η Ιβόν χαράζει το όμορφο ασημένιο δαχτυλίδι που φτιάχνει.

χαράσσω κτ σε κτ, χαράζω κτ σε κτ

verbo transitivo (marcar na memória) (μεταφορικά)

καταγράφω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O jornalista gravou sua entrevista com o astro do filme.
Ο δημοσιογράφος κατέγραψε την συνέντευξή του με τον κινηματογραφικό αστέρα.

μαγνητοσκοπώ

verbo transitivo (τηλεόραση)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A estação de rádio gravou o show, pronto para ser transmitido alguns dias depois.
Ο ραδιοφωνικός σταθμός ηχογράφησε την εκπομπή και ήταν έτοιμη για μετάδοση μερικές μέρες μετά.

καταγράφω, μαγνητοσκοπώ

(βίντεο, εικόνα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Estamos prontos para gravar.

αποθηκεύω

verbo transitivo (computador)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O computador está gravando as informações na unidade.

καταγράφω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

μαγνητοφωνώ

(κασέτα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χαράζω, χαράσσω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

πιέζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O nobre gravou seu selo com cera.
Ο ευγενής πίεσε τη σφραγίδα του πάνω στο κερί.

γράφω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

τονίζω κτ σε κπ, επισημαίνω κτ σε κπ

(reforçar importância de)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Eu devo reforçar a vocês a completa necessidade de segredo. Ken tentou frisar a importância do trabalho duro para as crianças.
Πρέπει να σου επισημάνω την ανάγκη για άκρα μυστικότητα. Ο Κεν προσπάθησε να τονίσει τη σημασία της σκληρής εργασίας στα παιδιά του.

χαράζω, χαράσσω

verbo transitivo (figurado) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χαράζω, χαράσσω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
O gravurista esculpiu as iniciais na taça.

γράφω

verbo transitivo (CD) (σε CD)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Vou gravar a música em um CD para você.
Θα σου γράψω ένα CD με τα τραγούδια.

εκτυπώνω, τυπώνω

(estampar) (πάνω σε κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Serigrafia é um método frequentemente usado para imprimir nas fábricas.

χαράζω, χαράσσω

(figurado) (μεταφορικά: κτ σε κτ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

λαξεύω, σμιλεύω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ele foi incumbido de esculpir um busto do presidente.
Του ανέθεσαν να φτιάξει μια προτομή του προέδρου.

χαράζω

verbo transitivo (marcar)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

γυρίζω

verbo transitivo (filme) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Eles estão filmando o filme no Canadá.
Γυρίζουν την ταινία στον Καναδά.

γυρίζω

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Eles filmaram o dia todo e conseguiram as cenas que queriam.

βάζω κοριό στο τηλέφωνο

(escutar secretamente o telefone de alguém)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

ηχογραφώ πιο πριν

locução verbal

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ηχογραφώ

expressão verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ηχογραφεί τις συνεντεύξεις και τις απομαγνητοφωνεί αργότερα.

βιντεοσκοπώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
A polícia gravou em vídeo a entrevista e isso foi usado mais tarde para condenar o suspeito.
ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Η αστυνομία βιντεοσκόπησε τη συνέντευξη και αργότερα τη χρησιμοποίησε ως απόδειξη ενοχής για να τον καταδικάσει.

τραβάω κτ σε βίντεο

verbo transitivo (registrar com câmera)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Laura filmou a peça da escola de seu filho.
Η Λώρα τράβηξε σε βίντεο τη σχολική παράσταση των παιδιών της.

γράφω κτ στο βίντεο

verbo transitivo (gravar em fita de vídeo) (καθομιλουμένη)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Tim ia sair, então ele gravou seu show favorito para assistir mais tarde.
Ο Τιμ θα θα έβγαινε κι έτσι έγραψε στο βίντεο την αγαπημένη του εκπομπή για να τη δει αργότερα.

μαγνητοσκοπώ με κινητοσκόπιο

expressão verbal

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του gravar στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.