Τι σημαίνει το pacing στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης pacing στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του pacing στο Αγγλικά.

Η λέξη pacing στο Αγγλικά σημαίνει το να δίνω τον ρυθμό, πηγαινέλα, του ρυθμού, που πηγαινοέρχεται, που πηγαίνει πέρα δώθε, ρυθμός, βήμα, ρυθμός, βήμα, βήμα, πηγαινοέρχομαι, ορίζω τον ρυθμό, πηγαινοέρχομαι, βηματισμός, δίνω ρυθμό, μετρώ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης pacing

το να δίνω τον ρυθμό

noun (setting speed for: racing)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Pacing is very important in long-distance running.

πηγαινέλα

noun (walking back and forth) (καθομιλουμένη)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
The prisoner could hear the pacing of the guard outside his cell.

του ρυθμού

adjective (setting speed for: racing)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The runner was deciding on his pacing strategy for the race.

που πηγαινοέρχεται, που πηγαίνει πέρα δώθε

adjective (walking back and forth)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Claire listened to the pacing footsteps going up and down the corridor.

ρυθμός

noun (rate)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
His heart was beating at a pace which frightened the nurses.
Η καρδιά του χτυπούσε με τέτοιο ρυθμό που τρόμαξε τις νοσοκόμες.

βήμα

noun (way of walking)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Armies march at a steady pace.
Ο στρατός παρελαύνει με σταθερό βηματισμό.

ρυθμός

noun (speed)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The leading runner sets the pace in a race.
Ο πρώτος δρομέας δίνει τον ρυθμό στον αγώνα.

βήμα

noun (step)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
She moved with short but rapid paces.
Κινήθηκε με μικρά αλλά γοργά βήματα.

βήμα

noun (measured distance)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
They stood ten paces apart.
Στέκονταν σε απόσταση δέκα βημάτων ο ένας από τον άλλο.

πηγαινοέρχομαι

transitive verb (walk back and forth) (σε κάτι)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
She paced the floor.
Πηγαινοερχόταν πάνω-κάτω στο δωμάτιο.

ορίζω τον ρυθμό

transitive verb (set speed for)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The most important thing when running a marathon is to pace yourself.
Το πιο σημαντικό στο τρέξιμο ενός μαραθωνίου είναι να βρεις ρυθμό.

πηγαινοέρχομαι

intransitive verb (walk quickly)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
He paced outside as his wife was delivering the baby.
Πηγαινοερχόταν απέξω ενώ η γυναίκα του γεννούσε.

βηματισμός

noun (gait of horse)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
A horse has four paces - walk, trot, canter and gallop.

δίνω ρυθμό

transitive verb (set speed for: racing)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Runners hoping to set a new record need another runner to pace them.

μετρώ

transitive verb (measure with steps)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He paced the distance from the rock to the treasure.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του pacing στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.