Τι σημαίνει το rally στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης rally στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του rally στο Αγγλικά.

Η λέξη rally στο Αγγλικά σημαίνει συγκέντρωση, ράλι, ράλι, τρέχω, σπεύδω, επιστρατεύω, εκτοξεύομαι, εκτινάσσομαι, ανάρρωση, συνέρχομαι, κάνω ράλι, συνέρχομαι, συσπειρώνομαι, συσπειρώνομαι γύρω από κπ, συγκέντρωση μαθητών, πριν από σχολικό αγώνα, για την εμψύχωση της αγωνιζόμενης ομάδας, οδηγός ράλι, οδηγός αγώνων ταχύτητας, συγκεντρώνω βοήθεια. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης rally

συγκέντρωση

noun (political gathering)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Irene is a keen supporter of her party and is attending a rally in London.
Η Αϊρίν υποστηρίζει θερμά το κόμμα και συμμετέχει σε μια συγκέντρωση στο Λονδίνο.

ράλι

noun (car race)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Steve loves car racing and is going to a rally this weekend.
Ο Στιβ λατρεύει τους αγώνες με αυτοκίνητα και θα πάει σε ένα ράλι το σαββατοκύριακο.

ράλι

noun (tennis: exchange of shots) (τένις)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
The rally between the two players was impressive.
Το ράλι ανάμεσα στους δύο παίκτες ήταν εντυπωσιακό.

τρέχω, σπεύδω

intransitive verb (gather to support [sb]) (να βοηθήσω κ.λπ.)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Joyce's friends rallied when they heard of her misfortune.
Οι φίλοι της Τζόις έσπευσαν (or: έτρεξαν) όταν έμαθαν για την ατυχία της.

επιστρατεύω

transitive verb (gather: in support) (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Oliver rallied all of Joyce's friends to come to her aid.
Ο Όλιβερ επιστράτευσε όλους τους φίλους της Τζόις να έρθουν να τη βοηθήσουν.

εκτοξεύομαι, εκτινάσσομαι

noun (rise in stock prices) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The end of the day saw a rally in this company's shares.

ανάρρωση

noun (recovery, improvement)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The patient's sudden rally took the doctors by surprise.

συνέρχομαι

intransitive verb (recover spirit)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Betty was upset at first when Liam said he was leaving her, but she soon rallied and got on with her life.

κάνω ράλι

intransitive verb (tennis: exchange shots)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The two players were rallying for several minutes.

συνέρχομαι

intransitive verb (recover from illness)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
For a long time, James was seriously ill and the doctors thought he might die, but now he seems to be rallying.

συσπειρώνομαι

phrasal verb, intransitive (show solidarity)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The neighbours rallied around to help Janet while her husband was sick.

συσπειρώνομαι γύρω από κπ

phrasal verb, transitive, inseparable (support [sb])

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Everyone rallied round the mayor in his moment of crisis.

συγκέντρωση μαθητών, πριν από σχολικό αγώνα, για την εμψύχωση της αγωνιζόμενης ομάδας

noun (US (sport: cheerleading event) (αθλητισμός, ΗΠΑ)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
The students attend a pep rally before every football game.

οδηγός ράλι, οδηγός αγώνων ταχύτητας

noun (sports-car racer)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. πολιτικός μηχανικός, Διευθύνων Σύμβουλος κλπ.)

συγκεντρώνω βοήθεια

(gather support)

A fundraising event is planned to rally support for our candidate.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του rally στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.