Τι σημαίνει το tart στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης tart στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του tart στο Αγγλικά.

Η λέξη tart στο Αγγλικά σημαίνει τάρτα, τσούλα, πόρνη, στυφός, καυστικός, στολίζω, φτιασιδώνω, στολίζω, φτιασιδώνω, τάρτα μήλου, τάρτα μπέικγουελ, τάρτα με φρούτα, τάρτα λεμονιού, τάρτα λεμόνι, πορνίδιο,νυμφίδιο, πουτανάκι, ξέκωλο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης tart

τάρτα

noun (open topped pie)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Fred served his guests a tart for dessert.
Ο Φρεντ σέρβιρε στους καλεσμένους του μια τάρτα για επιδόρπιο.

τσούλα

noun (UK, slang, pejorative (promiscuous person) (χυδαίο, υβριστικό: γυναίκα)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Sharon is such a tart; she's slept with nearly all her male colleagues. Matt, did you pull again last night? You are such a tart!
Η Σάρον είναι μεγάλη τσούλα· έχει κοιμηθεί σχεδόν μου όλους τους συναδέλφους της.

πόρνη

noun (UK, slang (prostitute)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The police visited the red light district to question any tarts who might have witnessed the crime.
Οι αστυνομία επισκέφτηκε την περιοχή με τους οίκους ανοχής για να ανακρίνουν τις πόρνες που μπορεί να ήταν μάρτυρες στο έγκλημα.

στυφός

adjective (sour)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
I made some jam yesterday, but I don't think I added enough sugar; it's a bit tart.
Έφτιαξα μαρμελάδα χθες, αλλά δεν νομίζω να έβαλα αρκετή ζάχαρη· είναι λιγάκι στυφή.

καυστικός

adjective (figurative (remark: acerbic) (μεταφορικά)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The teenager's father made a tart remark about the length of her skirt.
Ο πατέρας της έφηβης έκανε ένα καυστικό σχόλιο για το μήκος της φούστας της.

στολίζω, φτιασιδώνω

phrasal verb, transitive, separable (UK, slang (make more glamorous)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
She spent an hour tarting herself up before going out.

στολίζω, φτιασιδώνω

phrasal verb, transitive, separable (US, slang (adorn in a flashy way)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

τάρτα μήλου

noun (sweet pastry)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
It takes less time to make an apple tart than to make an apple pie.

τάρτα μπέικγουελ

noun (open jam tart)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

τάρτα με φρούτα

noun (pastry made with fruit)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
For dessert, my grandmother served a large fruit tart.

τάρτα λεμονιού, τάρτα λεμόνι

noun (lemon-flavored pastry dish)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
My boss liked to make lemon tarts for our annual company picnic.

πορνίδιο,νυμφίδιο, πουτανάκι, ξέκωλο

noun (slang, pejorative (immoral woman or girl) (αργκό, προσβλητικό)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
If she's such a good girl, why does she dress like a little tart?

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του tart στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του tart

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.