Τι σημαίνει το texte στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης texte στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του texte στο Γαλλικά.

Η λέξη texte στο Γαλλικά σημαίνει κείμενο, γράμματα, κείμενο, κείμενο διάλεξης, λόγια, κείμενο, σενάριο, σενάριο, διαγραμμένο κείμενο, κομμένο κείμενο, μπερδεύω, με εφέ σκιάς, περίληψη, ερμηνεύει νομικά κείμενα με τρόπο που τον συμφέρει, κείμενο που έχω ετοιμάσει, μη κρυπτογραφημένο κείμενο, απλό κείμενο, κριτική κειμένου, λογοτεχνική ανάλυση, επεξεργαστής κειμένου, ηλεκτρονική επεξεργασία κειμένου, μικρά γράμματα, νομοθετικό διάταγμα, θεσμοθετημένη νομοθεσία, πλαίσιο κειμένου, κατανόηση κειμένου, μαθαίνω τα λόγια μου, γραφή, υποβοήθηση, στερεότυπη φράση, τύπος κειμένου, μικρά γράμματα, γράφω, λεξικογραφική μονάδα, απόσπασμα, άσκηση συμπλήρωσης κενών. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης texte

κείμενο

nom masculin

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Les images dans la brochure sont belles, mais le texte a besoin d'être retravaillé.
Οι εικόνες στο φυλλάδιο είναι καλές, αλλά το κείμενο χρειάζεται λίγη ακόμα δουλειά.

γράμματα

nom masculin (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Le texte sur la page était petit et serré, ce qui rendait sa lecture difficile.
Τα γράμματα στη σελίδα ήταν μικρά και στριμωγμένα καθιστώντας δύσκολη την ανάγνωση.

κείμενο

nom masculin

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Le rédacteur a remis le texte du discours au politicien.

κείμενο διάλεξης

nom masculin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Shaun a lu un texte d'un philosophe ancien du 17e siècle.

λόγια

nom masculin (Théâtre, Cinéma)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
L'acteur a perdu son travail car il n'arrivait pas à se rappeler son texte.
Ο ηθοποιός έχασε τη δουλειά γιατί δε θυμόταν τα λόγια του στην ταινία.

κείμενο

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Le politicien n'avait pas appris son discours par cœur alors il l'a lu depuis un script.
Ο πολιτικός δεν είχε μάθει απέξω τον λόγο του, γι' αυτό τον διάβαζε από ένα κείμενο.

σενάριο

nom masculin

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Tous les acteurs ont une copie du script.
Όλοι οι ηθοποιοί έχουν ένα αντίγραφο του σεναρίου.

σενάριο

nom masculin (Théâtre)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

διαγραμμένο κείμενο, κομμένο κείμενο

Vous pouvez voir le texte supprimé en appuyant sur « Contrôle » et « z ».

μπερδεύω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

με εφέ σκιάς

locution adjectivale (police)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

περίληψη

nom masculin (d'un livre)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Avant d'acheter un livre, je lis toujours le texte de présentation de la quatrième de couverture.

ερμηνεύει νομικά κείμενα με τρόπο που τον συμφέρει

nom féminin

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

κείμενο που έχω ετοιμάσει

nom masculin (για να βγάλω λόγο)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
L'avocat lisait un texte préparé.

μη κρυπτογραφημένο κείμενο

nom masculin (Informatique) (πληροφορική)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Δε χρειάζεται να το αποκρυπτογραφήσεις˙ το μήνυμα είναι, ήδη, απλό κείμενο.

απλό κείμενο

nom masculin (Informatique)

Utilisez le bouton de droite pour passer du texte brut à l'éditeur WYSIWYG.

κριτική κειμένου, λογοτεχνική ανάλυση

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

επεξεργαστής κειμένου

nom masculin (informatique) (Η/Υ)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
J'ai décidé de changer de logiciel de traitement de texte, puis de commencer à écrire un roman.

ηλεκτρονική επεξεργασία κειμένου

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Aujourd'hui, les collégiens sont initiés au traitement de texte dès la 6ème.

μικρά γράμματα

Les petits caractères sur cet emballage sont difficiles à lire.

νομοθετικό διάταγμα

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

θεσμοθετημένη νομοθεσία

nom masculin

πλαίσιο κειμένου

nom féminin (informatique)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Entrez votre identifiant et votre mot de passe dans les zones de texte appropriées et cliquez sur le bouton « OK ».

κατανόηση κειμένου

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

μαθαίνω τα λόγια μου

locution verbale (Théâtre) (ηθοποιός)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Il faut que j'apprenne mon texte avant la répétition de ce soir.

γραφή

nom masculin (ιερό κείμενο)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Le Coran est le texte sacré le plus saint de l'Islam.
Το Κοράνι είναι η ιερότερη γραφή του Ισλάμ.

υποβοήθηση

locution verbale

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Le professeur de théâtre a soufflé leur texte aux étudiants qui avaient oublié leurs répliques.

στερεότυπη φράση

(λίγες λέξεις)

τύπος κειμένου

nom masculin

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

μικρά γράμματα

Les caractères sont trop petits pour que je puisse les lire avec ma mauvaise vue.

γράφω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Jane a écrit le script de cette pièce de théâtre.

λεξικογραφική μονάδα

nom féminin

Insère une zone de texte dans le coin supérieur gauche de la page.

απόσπασμα

nom masculin (Informatique, Typographie)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Vous pouvez surligner tout un bloc de texte et le déplacer ailleurs sur la page.

άσκηση συμπλήρωσης κενών

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του texte στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του texte

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.