Τι σημαίνει το traitement στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης traitement στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του traitement στο Γαλλικά.

Η λέξη traitement στο Γαλλικά σημαίνει θεραπευτική αγωγή, μεταχείριση, συμπεριφορά, αντιμετώπιση, αντιμετώπιση, συμπεριφορά, χρήση, θεραπευτική αγωγή, διάθεση, μεταχείριση, επεξεργασία, μισθός, φαρμακευτική θεραπεία, μισθός, θεραπεία, φάρμακα, χειρισμός, διαθερμία, ηλεκτροσπασμοθεραπεία, γραφικά, κακομεταχείριση, χειροπρακτική θεραπεία συγκεκριμένα για τα προβλήματα των ποδιών, κεντρική μονάδα επεξεργασίας, τηλεπεξεργασία, διαδικασία επεξεργασίας ενός συνόλου δεδομένων, κεντρική μονάδα επεξεργασίας, ευνοϊκή μεταχείριση, αδικία, κούρα ομορφιάς, θεραπεία για τον καρκίνο, επεξεργασία δεδομένων, ιατρική παρακολούθηση, θεραπεία, επεξεργασία εκτός δικτύου, offline επεξεργασία, κλινική, αποχέτευση, ειδική μεταχείριση, χειρουργική επέμβαση, άνιση μεταχείριση, επεξεργαστής κειμένου, ηλεκτρονική επεξεργασία κειμένου, εισαγωγή κατά δέσμες, διαχείριση δεδομένων, διαχείριση πληροφοριών, φαρμακευτική αγωγή, κέντρο χειρισμού, διαδικασία χειρισμού, βοτανοθεραπεία, ανθρώπινη μεταχείριση, καθαρισμός μούχλας, θεραπεία για εξωτερικό ασθενή, ιατρική φροντίδα για εξωτερικό ασθενή, περίθαλψη για εξωτερικό ασθενή, διαχείριση λυμάτων, ενδοδοντική θεραπεία, θερμική κατεργασία, θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, ηλεκτρονική επεξεργασία δεδομένων, σκληρή μεταχείριση, θεραπεία με υπεριώδη ακτινοβολία, απονεύρωση, διάθεση αποβλήτων, ακολουθώ γαρμακευτική αγωγή, κακομεταχείριση, επεξεργασία νερού, επεξεργασία ύδατος, ιδιαίτερη μεταχείριση, ειδική μεταχείριση, προνομιακή μεταχείριση. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης traitement

θεραπευτική αγωγή

nom masculin (médecine)

Il se rendit à l'hôpital pour recevoir son traitement.
Μπήκε στο νοσοκομείο για θεραπευτική αγωγή.

μεταχείριση, συμπεριφορά, αντιμετώπιση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Personne ne peut s'attendre à recevoir un traitement de faveur.
Κανείς δεν μπορεί να περιμένει ιδιαίτερη μεταχείριση.

αντιμετώπιση

(littérature)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
J'aime le traitement des enfants dans ce livre.

συμπεριφορά

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Ta façon de traiter ce chien est inacceptable.
Η συμπεριφορά σου προς αυτό το σκυλί είναι απαράδεκτη.

χρήση

(art)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
J'aime particulièrement la manière de traiter la lumière chez Monet.

θεραπευτική αγωγή

nom masculin

διάθεση

(des déchets,...)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Veuillez suivre les procédures pour un traitement correct des matières toxiques.
Παρακαλώ ακολουθήστε τις διαδικασίες για την ορθή απόρριψη επικίνδυνων υλικών.

μεταχείριση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Ils n'étaient pas contents du traitement qu'ils ont reçu.
Δεν έμειναν ικανοποιημένοι από τον τρόπο που τους φέρθηκαν.

επεξεργασία

(matières premières, produits)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Une fois coupé, le bois est envoyé dans une usine de traitement.
Αφότου κοπούν τα ξύλα, αποστέλλονται σε μια μονάδα για επεξεργασία.

μισθός

nom masculin (κληρικού)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Le traitement (or: salaire) donné dans cette paroisse suffit à peine à subvenir à ses besoins.
Ο μισθός που αφορά αυτήν την ενορία ίσα που φτάνει για να επιβιώσεις.

φαρμακευτική θεραπεία

nom masculin

μισθός

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Patsy reçoit son salaire (or: sa paie) à la fin de chaque mois.
Η Πάτσι λαμβάνει τον μισθό της στο τέλος κάθε μήνα.

θεραπεία

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Existe-t-il certaines thérapies recommandées en cas de mal de dos ?
Ποιες θεραπείες συνιστώνται για την οσφυαλγία;

φάρμακα

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Le médecin a décidé de traiter la maladie avec une médication plutôt qu'une opération.

χειρισμός

(d'une opération, projet, problème)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Le chef de Diana n'a pas approuvé sa gestion de la situation.
Ο μάνατζερ της Ντάνα δεν επικροτούσε τον τρόπο που εκείνη χειρίστηκε την κατάσταση.

διαθερμία

(Médecine)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

ηλεκτροσπασμοθεραπεία

(Médecine, technique, abr)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

γραφικά

(Informatique, courant)

Les graphismes du logiciel ont été créés par une société basée en Inde.

κακομεταχείριση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Le mauvais traitement des employés ne sera pas toléré dans cette entreprise.

χειροπρακτική θεραπεία συγκεκριμένα για τα προβλήματα των ποδιών

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

κεντρική μονάδα επεξεργασίας

nom féminin (Informatique)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Vérifie l'unité centrale de traitement pour être sûr qu'elle n'est pas surchargée.

τηλεπεξεργασία

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

διαδικασία επεξεργασίας ενός συνόλου δεδομένων

nom masculin (Informatique)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Le traitement par lots fait gagner beaucoup de temps.

κεντρική μονάδα επεξεργασίας

nom féminin (Informatique) (Η/Υ)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
L'unité centrale de traitement est souvent décrite comme étant le cerveau de l'ordinateur.

ευνοϊκή μεταχείριση

nom masculin

Bien sûr qu'il a un traitement de faveur : c'est son père le patron ! // Les clients réguliers ont un traitement de faveur parce qu'ils représentent 80 % de nos revenus.

αδικία

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

κούρα ομορφιάς

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

θεραπεία για τον καρκίνο

nom masculin

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

επεξεργασία δεδομένων

nom masculin (Η/Υ)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

ιατρική παρακολούθηση, θεραπεία

nom masculin

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

επεξεργασία εκτός δικτύου, offline επεξεργασία

nom masculin (Informatique)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

κλινική

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

αποχέτευση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

ειδική μεταχείριση

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Billy a reçu un traitement de faveur à l'hôpital parce que sa maladie était très sérieuse.

χειρουργική επέμβαση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
L'abcès résistant aux antibiotiques, il faut envisager un traitement chirurgical.

άνιση μεταχείριση

nom masculin

επεξεργαστής κειμένου

nom masculin (informatique) (Η/Υ)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
J'ai décidé de changer de logiciel de traitement de texte, puis de commencer à écrire un roman.

ηλεκτρονική επεξεργασία κειμένου

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Aujourd'hui, les collégiens sont initiés au traitement de texte dès la 6ème.

εισαγωγή κατά δέσμες

nom masculin (Informatique) (πληροφορική)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

διαχείριση δεδομένων, διαχείριση πληροφοριών

nom masculin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

φαρμακευτική αγωγή

κέντρο χειρισμού

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

διαδικασία χειρισμού

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

βοτανοθεραπεία

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

ανθρώπινη μεταχείριση

nom masculin (μεταφορικά)

Tout le monde mérite un traitement humain.

καθαρισμός μούχλας

nom masculin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

θεραπεία για εξωτερικό ασθενή, ιατρική φροντίδα για εξωτερικό ασθενή, περίθαλψη για εξωτερικό ασθενή

nom masculin (Méd)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

διαχείριση λυμάτων

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ενδοδοντική θεραπεία

nom masculin

θερμική κατεργασία

nom masculin (Métallurgie)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης

nom masculin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ηλεκτρονική επεξεργασία δεδομένων

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

σκληρή μεταχείριση

nom masculin

θεραπεία με υπεριώδη ακτινοβολία

nom masculin

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

απονεύρωση

(Odontologie, technique) (οδοντιατρική)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Πήρε τέσσερις ώρες στον οδοντίατρό μου να κάνει την απονεύρωση στον τραπεζίτη μου.

διάθεση αποβλήτων

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
L'année dernière, la municipalité a dépensé plus de 8 millions de livres pour le traitement déchets.

ακολουθώ γαρμακευτική αγωγή

locution verbale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Avant de vous prescrire ce médicament, je dois savoir si vous prenez un autre traitement

κακομεταχείριση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
L'ancien employé est toujours mécontent du mauvais traitement que l'entreprise lui a fait subir.
Ο πρώην υπάλληλος ακόμη είναι ενοχλημένος λόγω της κακομεταχείρισής του από την εταιρεία.

επεξεργασία νερού, επεξεργασία ύδατος

nom masculin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ιδιαίτερη μεταχείριση, ειδική μεταχείριση, προνομιακή μεταχείριση

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του traitement στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.