Τι σημαίνει το angel στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης angel στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του angel στο Αγγλικά.

Η λέξη angel στο Αγγλικά σημαίνει άγγελος, άγγελος, άγγελος, επιχειρηματικός άγγελος, παντεσπάνι χωρίς κρόκους, αγγελόσκονη, αγγελικό πρόσωπο, φιδές, ο Θάνατος, αγγελικό πρόσωπο, έκπτωτος άγγελος, πόρνη, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>, φύλακας άγγελος, φύλακας άγγελος, αγγελούδι, αποτύπωμα που δημιουργείται στο χιόνι, με το σώμα σε ύπτια θέση και πλευρική κίνηση των ποδιών και τ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης angel

άγγελος

noun (spiritual being) (πνευματικό ον)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Heaven is filled with angels.
Ο παράδεισος είναι γεμάτος αγγέλους.

άγγελος

noun (figurative (child: well-behaved) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Your son is such an angel.
Ο γιος σου είναι σωστός άγγελος.

άγγελος

noun (figurative ([sb] kind)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Be an angel and fetch my reading glasses, would you?
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Σ' ευχαριστώ που σήκωσες το τηλέφωνο για μένα. Είσαι ένας άγγελος!

επιχειρηματικός άγγελος

noun (financial backer) (οικονομικά)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
The company was too small for venture capital, but was able to find an angel to invest.

παντεσπάνι χωρίς κρόκους

noun (mainly US (light sponge cake)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Angel food cake contains only egg whites, no yolks, so it's fine on a low-cholesterol diet.

αγγελόσκονη

noun (slang (phencyclidine: hallucinogen) (μτφ: ναρκωτικό)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

αγγελικό πρόσωπο

noun (young or innocent facial features)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
My girl has an angel face.

φιδές

noun (capellini: very fine pasta)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

ο Θάνατος

noun (death personified)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Some say that the devil is the Angel of Death.

αγγελικό πρόσωπο

noun (sweet and innocent appearance)

She was evil to the core but she had the face of an angel.

έκπτωτος άγγελος

noun (Christianity)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Lucifer is a fallen angel.

πόρνη

noun (figurative, dated (woman who is no longer virtuous) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Almost as soon as she got to college she became a fallen angel.

<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>

noun (figurative (finance: failed company) (οικονομία)

Fallen angels are companies whose stock price has declined to a level below their true value.

φύλακας άγγελος

noun (angel: cares for [sb])

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
To survive a fall like that she must have a guardian angel.

φύλακας άγγελος

noun (figurative ([sb] helpful) (μεταφορικά)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η Μαρία ήταν ο φύλακας άγγελος των παιδιών του ιδρύματος και αφιέρωσε τη ζωή της στη φροντίδα τους.

αγγελούδι

noun (child: well-behaved) (για παιδιά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The children were little angels right through the ceremony. My daughter's been such a good girl today - she's a little angel.
Τα παιδιά ήταν αγγελούδια καθ' όλη τη διάρκεια της τελετής. Η κόρη μου ήταν τόσο καλό κορίτσι σήμερα, σωστό αγγελούδι.

αποτύπωμα που δημιουργείται στο χιόνι, με το σώμα σε ύπτια θέση και πλευρική κίνηση των ποδιών και τ

noun (angel shape made by lying in snow)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του angel στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του angel

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.