Τι σημαίνει το eve στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης eve στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του eve στο Αγγλικά.

Η λέξη eve στο Αγγλικά σημαίνει παραμονή, παραμονή, παραμονές, βράδυ, Εύα, παραμονή Χριστουγέννων, σεξουαλική παρενόχληση, παραμονή Πρωτοχρονιάς, την παραμονή, παραμονές. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης eve

παραμονή

noun (night before)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
It was the eve of her job interview, so Maria decided to get an early night.
Ήταν η παραμονή μιας συνέντευξης για δουλειά, γι' αυτό και η Μαρία αποφάσισε να πάει νωρίς για ύπνο.

παραμονή

noun (day before)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Harry spent the eve of his birthday in a state of excitement.
Ο Χάρι πέρασε την παραμονή των γενεθλίων σε κατάσταση ενθουσιασμού.

παραμονές

noun (figurative (period prior to [sth]) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι γιορτές (χρονική περίοδος), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
The eve of war was a time of fear and anticipation.
Οι παραμονές του πολέμου ήταν μια περίοδος τρόμου και προσμονής.

βράδυ

noun (literary (evening)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The young man worked from morning to eve, without stopping for a moment.
Ο νεαρός δούλευε από το πρωί ως το βράδυ, χωρίς σταματημό.

Εύα

noun (Bible: Adam's wife)

(κύριο ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. Μαρία, Ελλάδα, Ελληνίδα κλπ.)
Adam and Eve lived in the Garden of Eden before the Fall.
Ο Αδάμ και η Εύα έζησαν στον Κήπο της Εδέμ πριν απ' την Πτώση.

παραμονή Χριστουγέννων

noun (Christianity: 24th December)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Every Christmas Eve we go to church and sing hymns together.
Κάθε παραμονή Χριστουγέννων πηγαίνουμε στην εκκλησία και ψάλλουμε ύμνους όλοι μαζί.

σεξουαλική παρενόχληση

noun (India (sexual harassment)

Some girls quit school because of the eve-teasing they suffer at school and on the way there.

παραμονή Πρωτοχρονιάς

noun (31st December)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
On New Year's Eve, a lot of people go to parties and let off fireworks. New Year's Eve is the 31st of December.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς πολλοί πηγαίνουν σε πάρτι και ρίχνουν πυροτεχνήματα. Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς είναι στις 31 Δεκεμβρίου.

την παραμονή

expression (the evening before) (κυριολεκτικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
When it began to rain on the eve of the festival we knew it would be a muddy mess.
Όταν ξεκίνησε να βρέχει την παραμονή του φεστιβάλ ξέραμε ότι θα γινόμασταν χάλια.

παραμονές

expression (figurative (just prior to) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι γιορτές (χρονική περίοδος), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
On the eve of his election, a scandal broke out.
Τις παραμονές των εκλογών ξέσπασε σκάνδαλο.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του eve στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του eve

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.