Τι σημαίνει το expand στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης expand στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του expand στο Αγγλικά.
Η λέξη expand στο Αγγλικά σημαίνει φουσκώνω, επεκτείνομαι, εξαπλώνομαι, απλώνομαι, αναπτύσσω, αναλύω, αναπτύσσω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης expand
φουσκώνωintransitive verb (grow, enlarge) (μαγειρική) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The yeast makes the bread expand. ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Όλα τα σώματα διαστέλλονται με τη θερμότητα. |
επεκτείνομαιintransitive verb (non-physical: grow) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The company has been expanding the last few years. ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση διευρύνθηκε απότομα έπειτα από το 2004. |
εξαπλώνομαι, απλώνομαιintransitive verb (extend) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The forest expanded across the floor of the valley. Το δάσος εξαπλώθηκε (or: απλώθηκε) μέσα στην πεδιάδα. |
αναπτύσσω, αναλύωintransitive verb (explain) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Can you expand on your earlier comments? Μπορείς να αναφερθείς πιο λεπτομερώς στο προηγούμενο σχόλιό σου; |
αναπτύσσωtransitive verb (fill out) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) You need to expand your notes into full sentences. Πρέπει να αναπτύξεις τις σημειώσεις σου σε πλήρεις προτάσεις. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του expand στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του expand
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.