Τι σημαίνει το racheter στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης racheter στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του racheter στο Γαλλικά.

Η λέξη racheter στο Γαλλικά σημαίνει λυτρώνω, σώζω, αγοράζω ξανά, επαναγοράζω, εξαγοράζω, αγοράζω ξανά, εξαγοράζω, εξαργυρώνω, ρευστοποιώ, λυτρώνω, σώζω, επαναγοράζω, ανακτώ, προτέρημα που αντισταθμίζει τα ελαττώματα, επανορθώνω, εξιλεώνομαι, βελτιώνω τον τρόπο συμπεριφοράς μου, συμμαζεύομαι, εξιλεώνομαι, επανορθώνω, επανορθώνω, διορθώνω το κακό που προκάλεσα σε κπ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης racheter

λυτρώνω, σώζω

verbe transitif (Religion)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Edward avait eu une jeunesse folle mais son épouse l'a racheté.
Ο Έντουαρντ ήταν ασυγκράτητος στα νιάτα του, αλλά η γυναίκα του τον επανέφερε στον σωστό δρόμο.

αγοράζω ξανά

verbe transitif

επαναγοράζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Je souhaiterais racheter la maison que j'ai vendue il y a quelques années.

εξαγοράζω

(une entreprise)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La société a racheté deux compagnies plus modestes grâce au contrat du mois dernier.
Η εταιρεία εξαγόρασε δύο μικρότερες επιχειρήσεις στη συμφωνία του προηγούμενου μήνα.

αγοράζω ξανά

verbe transitif

εξαγοράζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La société a été rachetée par son principal compétiteur.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Η εταιρεία σχεδιάζει να εξαγοράσει την επιχείρηση των ανταγωνιστών.

εξαργυρώνω, ρευστοποιώ

(Finance : entreprise) (κτ σε μετρητά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Arthur avait besoin d'argent alors il a revendu ses obligations.
Ο Άρθουρ χρειαζόταν χρήματα, γι΄ αυτό ρευστοποίησε τα ομόλογά του.

λυτρώνω, σώζω

verbe transitif (Religion)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Les chrétiens croient que le Christ a racheté l'humanité.
Οι χριστιανοί πιστεύουν ότι ο Χριστός λύτρωσε (or: έσωσε) την ανθρωπότητα.

επαναγοράζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Joe avait un besoin pressant d'argent et a dû vendre son vélo, mais il a ensuite économisé pendant six mois et l'a racheté.

ανακτώ

(figuré)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

προτέρημα που αντισταθμίζει τα ελαττώματα

verbe transitif

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Le scénario et le jeu d'acteurs sont horribles ; seuls les incroyables costumes d'époque sauvent le tout.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Δεν είναι πολύ έξυπνη. Αυτό που τη σώζει είναι η ομορφιά της.

επανορθώνω

verbe pronominal

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Tess était partie du mauvais pied avec ses beaux-parents mais elle s'est rachetée en leur proposant de faire la vaisselle.

εξιλεώνομαι

verbe pronominal (Religion)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

βελτιώνω τον τρόπο συμπεριφοράς μου

verbe pronominal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

συμμαζεύομαι

(μεταφορικά, καθομιλουμένη)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

εξιλεώνομαι, επανορθώνω

(Religion)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

επανορθώνω

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Je suis désolé pour ce que je t'ai fait : comment est-ce que je peux me faire pardonner ?

διορθώνω το κακό που προκάλεσα σε κπ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Après être redevenu sobre, il a décidé de se racheter auprès de ceux qu'il avait blessés quand il buvait.

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του racheter στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του racheter

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.