Τι σημαίνει το breeze στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης breeze στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του breeze στο Αγγλικά.

Η λέξη breeze στο Αγγλικά σημαίνει αεράκι, αύρα, παιχνιδάκι, καβγάς, καυγάς, τσακωμός, κινούμαι με αέρα, κινούμαι με άνεση, περνάω από κάπου, τα πάω περίφημα σε κτ, τσιμεντόλιθος, αεράκι της ερήμου, δροσερή αύρα, δροσερό αεράκι, ευχάριστο αεράκι, αεράκι, θαλασσινή αύρα, τα λέω, δυνατός άνεμος/αέρας. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης breeze

αεράκι

noun (wind)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
A gentle breeze blew across the lake.
Ένα απαλό αεράκι φυσούσε πάνω από τη λίμνη.

αύρα

noun (wind: 2-6 on Beaufort scale) (2-4 μποφόρ)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
A gale is stronger than a breeze.

παιχνιδάκι

noun (figurative, informal ([sth] easy to do) (καθομιλουμένη, μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Opening a bank account is a breeze.
Το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού είναι παιχνιδάκι.

καβγάς, καυγάς, τσακωμός

noun (UK (quarrel)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

κινούμαι με αέρα, κινούμαι με άνεση

(enter casually)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Roger breezed into the room as though nothing were wrong.
Ο Ρότζερ μπήκε με αέρα στο δωμάτιο σαν να μην έτρεχε τίποτα.

περνάω από κάπου

phrasal verb, intransitive (informal, figurative (arrive casually)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
She thinks she can breeze in, give everyone instructions, and then leave.

τα πάω περίφημα σε κτ

phrasal verb, transitive, inseparable (figurative, informal (do easily)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Don't worry about the exam - I'm sure you'll breeze through it.

τσιμεντόλιθος

noun (UK (cinder block)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

αεράκι της ερήμου

noun (gentle wind in arid sandy region)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
In the evening a cool desert breeze provided a little relief from the desert heat.

δροσερή αύρα

noun (pleasantly cool and gentle wind)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

δροσερό αεράκι, ευχάριστο αεράκι

noun (pleasantly gentle wind)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The oppressive humidity began to lift and a gentle breeze freshened the air.

αεράκι

(meteorology)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

θαλασσινή αύρα

noun (gentle wind blowing in from the sea)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
There's a constant sea breeze in California which makes the heat tolerable.

τα λέω

verbal expression (slang, figurative (chat) (καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
We didn't talk about anything important that night - we were just shooting the breeze.
Δεν συζητήσαμε τίποτα σημαντικό χτες το βράδυ, απλά τα λέγαμε.

δυνατός άνεμος/αέρας

noun (strong wind)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Amy was so thin I thought she'd blow away in a stiff breeze!

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του breeze στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.