Τι σημαίνει το carpet στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης carpet στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του carpet στο Αγγλικά.

Η λέξη carpet στο Αγγλικά σημαίνει μοκέτα, χαλί, χαλί, στρώμα, βάζω μοκέτα, σκεπάζω, καλύπτω, επιπλήττω, κόπανος, βομβαρδίζω περιοχή, σκούπα χαλιών/μοκέτας, υγρό καθαρισμού χαλιών, καθαρισμός χαλιών, τζιβιτζιλού, λέσβω, διάδρομος, καρφί, πλακίδιο τάπητα, μοκέτα από τοίχο σε τοίχο, μαγικό χαλί, κόκκινο χαλί, κόκκινο χαλί, ιδιαίτερη μεταχείριση, ειδική μεταχείριση, προνομιακή μεταχείριση, μοκέτα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης carpet

μοκέτα

noun (carpeting attached to floor)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The carpet in the old house was worn and threadbare.
Η μοκέτα στο παλιό σπίτι ήταν φθαρμένη και ξεφτισμένη.

χαλί

noun (large rug)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Wally decorated his new apartment with expensive carpets and paintings.
Ο Γουόλυ διακόσμησε το νέο του διαμέρισμα με ακριβά χαλιά και πίνακες.

χαλί, στρώμα

noun (figurative (covering) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The driveway had a carpet of fresh snow that morning.

βάζω μοκέτα

transitive verb (cover with a carpet) (σε κάτι, κάπου)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Mother unexpectedly decided to carpet her kitchen.

σκεπάζω, καλύπτω

transitive verb (figurative (cover thoroughly)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The ground was carpeted with flower petals.

επιπλήττω

transitive verb (figurative (reprimand)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Jack's boss carpeted him for failing to write the report.

κόπανος

noun (carpet-beating tool)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
The maid used a beater made from willow to get the dust out of the rug.

βομβαρδίζω περιοχή

transitive verb (drop many bombs over an area)

σκούπα χαλιών/μοκέτας

noun (device for sweeping carpets)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

υγρό καθαρισμού χαλιών

noun (substance for cleaning carpets)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
That spray can of carpet cleaner was very expensive.

καθαρισμός χαλιών

noun (cleaning of carpets, rugs)

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)

τζιβιτζιλού, λέσβω

noun (slang, pejorative, offensive (lesbian) (αργκό, υβριστικό)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

διάδρομος

noun (long narrow rug) (μεταφορικά: χαλί)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

καρφί

noun (pin that secures a carpet) (τοποθέτηση μοκέτας)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

πλακίδιο τάπητα

noun (flooring: fabric square) (για πάτωμα)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

μοκέτα από τοίχο σε τοίχο

noun (wall-to-wall carpeting)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μαγικό χαλί

noun (flying rug in fantasy stories)

Aladdin traveled around on his magic carpet.

κόκκινο χαλί

noun (long mat laid out for [sb] important)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
The red carpet was rolled out ready for the Queen's visit.

κόκκινο χαλί

noun (figurative (preferential treatment) (μεταφορικά: ευνοϊκή μεταχείριση, στρώνω)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Our suppliers gave us the red carpet treatment when we visited their factory.
Οι προμηθευτές μας μάς έστρωσαν το κόκκινο χαλί, όταν επισκεφθήκαμε το εργοστάσιό τους.

ιδιαίτερη μεταχείριση, ειδική μεταχείριση, προνομιακή μεταχείριση

noun (special treatment)

μοκέτα

noun (fitted woven floor covering) (καλύπτει όλο το πάτωμα)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Every day she vacuumed the wall-to-wall carpet in the foyer.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του carpet στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του carpet

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.