Τι σημαίνει το daté στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης daté στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του daté στο Γαλλικά.

Η λέξη daté στο Γαλλικά σημαίνει ημερομηνία, χρονολογημένος, χρονολογία, χρονική στιγμή, χρονολογώ, βάζω ημερομηνία, όταν θα πλησιάζει η ώρα, όταν θα πλησιάζει ο καιρός, όριο, αναβολή, παμπάλαιος, πανάρχαιος, ημερομηνία τοκετού, ορόσημο, αχρονολόγητος, παμπάλαιος, πανάρχαιος, παλαιός, επ' αόριστον, ύστερα, αργότερα, κάποια στιγμή στο μέλλον, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, προθεσμία, καταληκτική ημερομηνία, γραμμή ημερομηνίας και τόπου προέλευσης, ραντεβού στα τυφλά, προθεσμία πληρωμής, ημερομηνία λήξης, ημέρα γενεθλίων, ημερομηνία γέννησης, ημερομηνία έκδοσης, προθεσμία, λήξη της προθεσμίας, ημερομηνία έναρξης, καταληκτική ημερομηνία, ημερομηνία έκδοσης, ημερομηνία θανάτου, ημερομηνία παράδοσης, καταληκτική ημερομηνία, παλιός φίλος, ημερομηνία έκδοσης, ημερομηνία διακανονισμού, ημερομηνία αποστολής, προθεσμία υποβολής προσφοράς, ημερομηνία λήξης, ημερομηνία λήξης, ημερομηνία λήξης ισχύος, σφραγίδα ημερομηνίας, ημερομηνία γέννησης, χωρίς ημερομηνία, ημερομηνία κυκλοφορίας, ορίζω ακριβή ημερομηνία, ορίζω ημερομηνία, επαναπρογραμματίζω, μένω περισσότερο από όσο επιτρέπεται, καθιερωμένος, και μετά, κι έπειτα, και πέρα, ημερομηνία λήξης, ημερομηνία έκδοσης, ημερομηνία τοκετού, γράφω ημερομηνία και τόπο, ορίζω ημερομηνία γάμου, πότε, ημερομηνία μέχρι την οποία επιτρέπεται η πώληση, ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας, ημερομηνίας έναρξης ισχύος, σημαντική ημερομηνία, ημερομηνία γέννησης. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης daté

ημερομηνία

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
La date d'aujourd'hui est le 14 septembre.
Η ημερομηνία σήμερα είναι 14 Σεπτεμβρίου.

χρονολογημένος

adjectif

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
L'information datée dans l'agenda a permis à la police de comprendre ce qu'avait fait la victime juste avant d'être tuée.

χρονολογία

(για έτος)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Je dispose d'une pièce ancienne sur laquelle on peut lire 1783 comme date.
Έχω ένα παλιό νόμισμα που φέρει τη χρονολογία 1783.

χρονική στιγμή

nom féminin

La date de l'événement tombait en même temps que mes vacances, donc je n'ai pas pu y aller.
Η χρονική στιγμή της έκθεσης συνέπεσε με τις διακοπές μου και έτσι δεν μπόρεσα να πάω.

χρονολογώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Les scientifiques tentent de dater les fossiles.
Οι επιστήμονες προσπαθούν να χρονολογήσουν τα απολιθώματα.

βάζω ημερομηνία

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le personnel administratif appose la date sur tous les formulaires de candidature qu'il reçoit.

όταν θα πλησιάζει η ώρα, όταν θα πλησιάζει ο καιρός

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

όριο

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

αναβολή

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

παμπάλαιος, πανάρχαιος

(figuré : très ancien)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

ημερομηνία τοκετού

(Gynécologie) (για έγκυες)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Votre terme est dans 24 semaines.
Η ημερομηνία τοκετού σου προσδιορίζεται σε 24 εβδομάδες από σήμερα.

ορόσημο

(μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
La Guerre froide est un jalon qui annonce le début de l'ère de l'information.

αχρονολόγητος

adjectif

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

παμπάλαιος, πανάρχαιος

locution adjectivale (familier) (καθομιλουμένη)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

παλαιός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

επ' αόριστον

(μέχρι νεοτέρας)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
L'utilisation de la salle de gym durant les weekends est suspendue sine die.
Η χρήση του γυμναστηρίου τα σαββατοκύριακα αναβάλλεται επ' αόριστον.

ύστερα, αργότερα, κάποια στιγμή στο μέλλον

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Nous nous sommes mis d'accord pour discuter le problème plus tard.

σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα

(être, finir...)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Nous sommes dans les temps pour terminer le projet à la fin de l'année.

σε μεταγενέστερη ημερομηνία

adverbe (απροσδιόριστη)

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
La réunion a été repoussée à une date ultérieure.

προθεσμία

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
La date limite de ce projet a été fixée pour aujourd'hui, donc je dois vraiment m'y mettre.
Η προθεσμία γι' αυτή τη δουλειά είναι σήμερα, επομένως πρέπει πραγματικά να την προχωρήσω.

καταληκτική ημερομηνία

La date limite d'inscription est fixée au 15 février.

γραμμή ημερομηνίας και τόπου προέλευσης

(για άρθρο εφημερίδας)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ραντεβού στα τυφλά

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Davina va à un rendez-vous arrangé ce soir.
Η Νταβίνα θα βγει ραντεβού στα τυφλά απόψε.

προθεσμία πληρωμής

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Η προθεσμία πληρωμής του ηλεκτρικού είναι στις 25 Μαρτίου.

ημερομηνία λήξης

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Quelle est la date de péremption de cette brique de lait ?
Ποια είναι η ημερομηνία λήξης του γάλακτος;

ημέρα γενεθλίων, ημερομηνία γέννησης

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Veuillez indiquer votre nom complet et votre date de naissance sur le formulaire.
Παρακαλούμε συμπεριλάβετε το πλήρες όνομα και την ημερομηνία γέννησής σας στην αίτηση.

ημερομηνία έκδοσης

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

προθεσμία

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

λήξη της προθεσμίας

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία έναρξης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
La date de début du tournage n'est pas encore fixée.

καταληκτική ημερομηνία

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία έκδοσης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία θανάτου

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία παράδοσης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Nous ne pourrons pas être prêts pour la date de livraison originale, mais nous expédierons la cargaison dès que la marchandise sera disponible.

καταληκτική ημερομηνία

nom féminin

παλιός φίλος

J'aime aller aux réunions d'anciens élèves pour voir mes vieux amis.

ημερομηνία έκδοσης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία διακανονισμού

nom féminin (για δόση, χρέος, επιταγή)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία αποστολής

nom féminin

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

προθεσμία υποβολής προσφοράς

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία λήξης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνία λήξης, ημερομηνία λήξης ισχύος

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Il faut que tu utilises ce bon d'achat avant la date d'expiration.

σφραγίδα ημερομηνίας

(lettre)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
La poste met toujours un cachet (or: la date) sur l'enveloppe.

ημερομηνία γέννησης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

χωρίς ημερομηνία

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ημερομηνία κυκλοφορίας

nom féminin (film,...)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ορίζω ακριβή ημερομηνία, ορίζω ημερομηνία

locution verbale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La conférence aura lieu l'année prochaine, mais les organisateurs n'ont pas encore fixé la date.

επαναπρογραμματίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Suite à un empêchement de dernière minute, le docteur a dû modifier l'horaire de votre rendez-vous.

μένω περισσότερο από όσο επιτρέπεται

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

καθιερωμένος

locution adjectivale

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)

και μετά, κι έπειτα, και πέρα

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
À partir de la fin des années 1990, l'usage domestique d'Internet a énormément augmenté.
Από το τέλος της δεκαετίας του 1990 και μετά, υπήρξε μεγάλη ανάπτυξη στη χρήση του διαδικτύου στα σπίτια.

ημερομηνία λήξης

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Mon numéro de carte de crédit est le 1234567891234, et la date d'expiration (or: date de fin de validité) le 05/09.
Ο αριθμός της πιστωτικής μου κάρτας είναι 1234567891234, με ημερομηνία λήξης 05/09.

ημερομηνία έκδοσης

nom féminin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

ημερομηνία τοκετού

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

γράφω ημερομηνία και τόπο

locution verbale (για άρθρο εφημερίδας)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ορίζω ημερομηνία γάμου

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

πότε

nom féminin

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Nous avons décidé du lieu de la réunion et ne devons plus que convenir de l'heure et de la date.

ημερομηνία μέχρι την οποία επιτρέπεται η πώληση

nom féminin

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ημερομηνίας έναρξης ισχύος

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
La date effective du contrat est le premier du mois.
Η ημερομηνίας έναρξης ισχύος του συμβολαίου είναι η 1η του μηνός.

σημαντική ημερομηνία

nom féminin

ημερομηνία γέννησης

nom féminin

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του daté στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του daté

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.