Τι σημαίνει το displayed στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης displayed στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του displayed στο Αγγλικά.

Η λέξη displayed στο Αγγλικά σημαίνει επίδειξη, επίδειξη, διάταξη, οθόνη, εκθέτω, εκθέτω, επιδεικνύω, δείχνω, δείχνω, υψώνω, ντοσιέ με ζελατίνες, προθήκη, όνομα χρήστη, επιλογές οθόνης, φωτογραφία προφίλ, εικόνα προφίλ, εκθέτω σε περίοπτη θέση, ράφι, βιτρίνα, γυαλιστερή οθόνη, προσεγμένη παρουσίαση, σε δημόσια θέα, σε κοινή θέα, φανερός, προφανής, ορατός, προσποιούμαι, υποκρίνομαι, εκθέτω, παρουσιάζω, µονάδα οπτικής απεικόνισης. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης displayed

επίδειξη

noun (demonstration) (με γενική)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Their display of affection was obviously false, as they got divorced shortly afterwards.
Η επίδειξη στοργής ήταν προφανώς ψεύτικη, αφού χώρισαν λίγο καιρό αργότερα.

επίδειξη

noun (ostentation)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
I didn't believe Henry's display of friendliness was real.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Το μοστράρισμα των χορευτικών του κινήσεων ήταν ξεκαρδιστικό.

διάταξη

noun (arrangement)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
There was a beautiful display of flowers in a vase on the table.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η βιτρίνα του κοσμηματοπωλείου ήταν πρωτότυπη.

οθόνη

noun (computer monitor)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
You can adjust the colour and contrast of the computer display.
Μπορείς να προσαρμόσεις το χρώμα και την αντίθεση της οθόνης του υπολογιστή σου.

εκθέτω

transitive verb (make viewable)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The management displayed the information in the hallway.
Η διεύθυνση ανάρτησε τις πληροφορίες στον διάδρομο.

εκθέτω

transitive verb (exhibit)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
They will display his early paintings in the gallery next month.
Θα εκθέσουν τα πρώτα έργα του στην γκαλερί τον επόμενο μήνα.

επιδεικνύω

transitive verb (show off)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He likes to display his skills with the basketball.
Του αρέσει να επιδεικνύει τις ικανότητές του στο μπάσκετ.

δείχνω

transitive verb (show, demonstrate)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The boy displayed great courage in attempting to rescue his friends.
Το αγόρι έδειξε (or: επέδειξε) μεγάλο θάρρος στην προσπάθειά του να σώσει τους φίλους του.

δείχνω

transitive verb (computer: show)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The computer displays the test items and the students use the keyboard to enter their responses.
Ο υπολογιστής εμφανίζει τα τεστ και οι μαθητές χρησιμοποιούν το πληκτρολόγιο για να καταχωρήσουν τις απαντήσεις τους.

υψώνω

transitive verb (flag: unfurl) (σημαία)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The ship came into view, displaying the country's flag.

ντοσιέ με ζελατίνες

noun (document folder with clear sleeves)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
You can display 20 separate pages of information in a 10-pocket display book.

προθήκη

noun (glass box, cabinet)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The display case contained a valuable collection of antique jewellery.
Η προθήκη περιείχε μια πολύτιμη συλλογή από κοσμήματα αντίκες.

όνομα χρήστη

noun (screen name, user name)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

επιλογές οθόνης

plural noun (computer screen settings)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

φωτογραφία προφίλ, εικόνα προφίλ

noun (internet: avatar)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

εκθέτω σε περίοπτη θέση

(put on show)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Her son's swimming certificate was displayed prominently on the mantelpiece.

ράφι

noun (shelf for showing goods for sale)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
When there are too many items on the display rack, I have trouble picking one.

βιτρίνα

noun (shop window displaying goods)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Danielle was very fond of a dress she saw in the display window at Elle Fashions.
Η Ντανιέλ λάτρεψε ένα φόρεμα που είδε στη βιτρίνα του Elle Fashions.

γυαλιστερή οθόνη

noun (screen with shiny surface)

προσεγμένη παρουσίαση

noun (figurative (polished demonstration) (μεταφορικά)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

σε δημόσια θέα, σε κοινή θέα

adverb (being shown, exhibited)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The shops have delicious produce on display. There were many exhibits on display at the museum.

φανερός, προφανής, ορατός

adjective (shown, visible)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
You shouldn't leave your valuables on display like that.

προσποιούμαι, υποκρίνομαι

verbal expression (feign, give impression of)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The parents put on a show of unity so as not to worry their children.
Οι γονείς προσποιούνται ότι είναι ενωμένοι, για να μην ανησυχούν τα παιδιά τους.

εκθέτω, παρουσιάζω

transitive verb (show off, exhibit)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
That tight shirt really puts his muscles on display nicely.

µονάδα οπτικής απεικόνισης

(UK (computing: video display terminal)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του displayed στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του displayed

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.