Τι σημαίνει το tuck στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης tuck στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του tuck στο Αγγλικά.

Η λέξη tuck στο Αγγλικά σημαίνει χώνω, βάζω, μάζεμα, με τα γόνατα μαζεμένα στο στήθος, κολατσιό, πιέτα, μαζεύω, κρύβω, καταβροχθίζω, τρώω, καταβροχθίζω, βάζω, χώνω, σπρώχνω, διπλώνω, σκεπάζω, ορμάω σε κτ, με μικρή διαφορά, ψιλικατζίδικο, κοιλιοπλαστική. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης tuck

χώνω

transitive verb (place fabric end somewhere)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ursula tucked the corner of the sheet under the mattress.
Η Ούρσουλα έβαλε την άκρη του σεντονιού κάτω από το στρώμα.

βάζω

transitive verb (insert, put discreetly)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Adrian tucked the newspaper under his arm.
Ο Άντριαν έβαλε την εφημερίδα κάτω από την μασχάλη του.

μάζεμα

noun (plastic surgery: tightening) (ανεπίσημο)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Harriet had some loose skin around her stomach, so she went to see a surgeon about a tuck.
Η Χάριετ είχε λίγο χαλαρό δέρμα στην κοιλιά της και έτσι πήγε να δει έναν χειρουργό για πλαστική.

με τα γόνατα μαζεμένα στο στήθος

noun (curled-up position)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The diver curled into a tuck.

κολατσιό

noun (UK (snack food at school)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Robert shared his tuck with his friends.

πιέτα

noun (sewing: fold to reduce size)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Patricia had lost weight, so she put a tuck in the waistband of her trousers.

μαζεύω

(pull, curl: knees into chest) (κτ σε κτ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The little boy sat on the step and tucked his knees into his chest.

κρύβω

phrasal verb, transitive, separable (informal (keep hidden for later)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I've tucked away some rainy day money, so lunch is my treat.

καταβροχθίζω

phrasal verb, transitive, separable (slang (eat, consume) (φαγητό)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
My father can tuck away an entire pizza at one sitting.

τρώω, καταβροχθίζω

phrasal verb, intransitive (informal (eat hungrily or enthusiastically) (φαγητό)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tuck in, before it gets cold.
Φάτο πριν κρυώσει.

βάζω, χώνω, σπρώχνω, διπλώνω

phrasal verb, transitive, separable (hide loose ends of)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tuck in your shirt; you look sloppy.
Χώσε μέσα το πουκάμισό σου, φαίνεσαι πολύ ατημέλητος.

σκεπάζω

phrasal verb, transitive, separable (put to bed by securing blankets)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
She read the children a bedtime story before she tucked them in.
Διάβασε στα παιδιά ένα παραμύθι πριν τα σκεπάσει.

ορμάω σε κτ

phrasal verb, transitive, inseparable (UK, informal (food: start eating) (καθομιλουμένη, μεταφορικά)

με μικρή διαφορά

adjective (figurative, informal (race: very close or inconclusive)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
That race was so nip and tuck that I had no idea who would win until the very end.

ψιλικατζίδικο

noun (UK (shop selling sweets and snacks)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

κοιλιοπλαστική

noun (informal (plastic surgery on abdomen)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του tuck στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του tuck

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.