Τι σημαίνει το accent στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης accent στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του accent στο Αγγλικά.

Η λέξη accent στο Αγγλικά σημαίνει προφορά, τόνος, τόνος, έμφαση, τονίζω, νότα, πινελιά, τονίζω, τονίζω, τονίζω, τόνος, κτ που ξεχωρίζει, οξεία, διαμαντάκι, ξενική προφορά, βαρεία, κύρια έμφαση, ιδιαίτερη έμφαση, βαριά προφορά, τόνος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης accent

προφορά

noun (voice: foreign, regional) (ξενική)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Although she has lived in the U.S. for over 20 years, Pilar still speaks with an accent.
Αν και ζει στις ΗΠΑ για πάνω από 20 χρόνια, η Πιλάρ μιλά ακόμη με προφορά.

τόνος

noun (written: diacritical mark)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Accents are sometimes used over some vowels in French.
Οι τόνοι χρησιμοποιούνται μερικές φορές με κάποια φωνήεντα στα γαλλικά.

τόνος

noun (spoken: emphasis on a syllable)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
French female names often have an accent on the second syllable.
Τα γαλλικά γυναικεία ονόματα συχνά έχουν τόνο στη δεύτερη συλλαβή.

έμφαση

noun (emphasis)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The accent of this workshop is on organic gardening methods.
Σε αυτό το εργαστήριο δίνεται έμφαση στις μεθόδους βιολογικής καλλιέργειας.

τονίζω

transitive verb (add to letter)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Make sure you accent the "e" when you write the word "risqué."
Σιγουρέψου πως έχεις βάλει τόνο στο «e» όταν γράφεις τη λέξη «risqué».

νότα, πινελιά

noun (distinctive quality) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The skirt was black with red ribbon accents.

τονίζω

transitive verb (add flair)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The woodwork in this room accents the unique architecture.

τονίζω

transitive verb (accentuate, emphasize)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
It is important to accent this point.

τονίζω

transitive verb (syllable: emphasize)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
You should accent the first syllable in the word "lightning."

τόνος

noun (diacritical mark on letter)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

κτ που ξεχωρίζει

noun (furniture: contrasts with decor)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Jane bought the table as an accent piece for the living room.
Η Τζέιν αγόρασε το τραπέζι για να κάνει αντίθεση στο σαλόνι της.

οξεία

noun (diacritical mark)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
In the word passé, we put an acute accent over the "e".

διαμαντάκι

noun (small diamond in jewelry) (κοσμήματα)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

ξενική προφορά

noun (non-native pronunciation)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Some foreign accents are harder to understand than others.

βαρεία

noun (diacritical mark) (γραμματική)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Grave accents are extremely rare in English, but quite common in French.

κύρια έμφαση, ιδιαίτερη έμφαση

noun (emphasis)

The main accent of the Prime Minister's speech was on the economy.

βαριά προφορά

noun (figurative (heavy foreign or regional pronunciation)

τόνος

noun (emphasis on a syllable)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
It can be difficult to tell where the word stress is placed in very long words.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του accent στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του accent

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.