Τι σημαίνει το blade στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης blade στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του blade στο Αγγλικά.
Η λέξη blade στο Αγγλικά σημαίνει λεπίδα, έλασμα, σπαθί, ξίφος, λεπίδα, εξυπηρετητής blade, διακομιστής blade, ξιφομάχος, νεαρός γεμάτος ζωή, λεπίδα, ράχη, έλασμα, ταρσός, ανοιχτήρι, χορταράκι, χορταράκι, ξυραφάκι, πτερύγιο ρότορα, λεπίδα πριονιού, ωμοπλάτη, λεπίδα για παγοπέδιλα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης blade
λεπίδαnoun (sharp edge of knife) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Occasionally chef sharpen the blades of their knives. Συχνά οι σεφ ακονίζουν τις λεπίδες των μαχαιριών τους. |
έλασμαnoun (part of leaf) (βοτανική: επίσημο) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) My cousin uses grass to make music by blowing on the blade while holding it taut. Ο ξάδελφός μου χρησιμοποιεί χορτάρι για να παίξει μουσική φυσώντας πάνω στο φύλλο ενώ το κρατά τεντωμένο. |
σπαθί, ξίφοςnoun (sword) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) The men drew their blades and prepared for battle. Οι άνδρες έβγαλαν τα σπαθιά τους και προετοιμάστηκαν για τη μάχη. |
λεπίδαnoun (part of propeller) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Most propellers have three blades, but some have only two. Οι περισσότερες προπέλες έχουν τρεις λεπίδες, αλλά μερικές έχουν μόνο δύο. |
εξυπηρετητής blade, διακομιστής bladenoun (abbreviation (computing: blade server) (φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.) |
ξιφομάχοςnoun (figurative (swordsman) (ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. ο/η μηχανικός, ο/η δικηγόρος κλπ.) The character of Zorro is a masked blade. |
νεαρός γεμάτος ζωήnoun (archaic (energetic, dapper young man) (κατά λέξη) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The three young blades were dressed in the latest fashion. |
λεπίδαnoun (metal part of ice skate) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The blades on my skates are dull, so I can't skate very fast. |
ράχηnoun (part of tongue) (γλώσσα, στόμα) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Press the blade of your tongue to the roof of your mouth. |
έλασμαnoun (botany: leaf blade) (μέρος φύλλου) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ταρσόςnoun (broad surface of oar, bat, etc.) (επίσημο) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Harold struck the tree stump with the blade of his oar. |
ανοιχτήριnoun (flat bottle opener) (μπουκάλια) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) I have a mini bar blade on my key ring especially for opening bottles at the beach. |
χορταράκιnoun (thin grass leaf) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Jack had blades of grass stuck to his pants after he mowed the lawn. |
χορταράκιnoun (leaf of grass) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ξυραφάκιnoun (sharp edge of shaving implement) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) The suicidal woman cut her wrists with a razor blade. |
πτερύγιο ρότορα(aeronautics) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
λεπίδα πριονιούnoun (saw: serrated edge) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) I need a new blade for my bandsaw. |
ωμοπλάτηnoun (often plural (bone: scapula) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) To exercise the muscles of your upper back, pull your shoulder blades together. |
λεπίδα για παγοπέδιλαnoun (metal edge of an ice skate) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του blade στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του blade
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.